Υπερίσχυση των επιχειρησιακών συμβάσεων, αύξηση των ομαδικών απολύσεων, ανατροπές στο συνδικαλιστικό νόμο, απογύμνωση του κατώτερου μισθού από την προϋπηρεσία και καθορισμό του από την εκάστοτε κυβέρνηση, είναι τα θέματα που θέτουν οι «θεσμοί» (Κομισιόν, ΕΚΤ, ΔΝΤ, ESM) στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης για τα Εργασιακά. Αυτό προκύπτει από την τριμηνιαία Έκθεση του Γραφείου του Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, που δόθηκε στη δημοσιότητα και αφορά στην τήρηση των δημοσιονομικών στόχων της ελληνικής οικονομίας, όπως τίθενται από τον κρατικό προϋπολογισμό και τα Μεσοπρόθεσμα Δημοσιονομικά Πλαίσια Στρατηγικής.
Ανάμεσα σε άλλα, η έκθεση καταγράφει το «άτυπο διαπραγματευτικό πλαίσιο των θεσμών για τη μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας», με την επισήμανση ότι αυτό το κείμενο κατατέθηκε στο Γιούρογκρουπ τον περασμένο Ιούνη (Background Note, Select Labor Market reforms in Greece: Rationale and Future Considerations, Ιούνης 2016) και περιλαμβάνει τις βασικές θέσεις των «θεσμών» για τη μεταρρύθμιση στα Εργασιακά.
Οι «θεσμοί» τάσσονται υπέρ της υπερίσχυσης των επιχειρησιακών συμβάσεων σε βάρος των κλαδικών και μάλιστα με το επιχείρημα της παραπέρα μείωσης του λεγόμενου «κόστους εργασίας». Συγκεκριμένα, αναφέρουν ότι «οι θεσμοί υποστηρίζουν την επέκταση του πεδίου των επιχειρησιακών συμβάσεων (μισθοί και απασχόληση) διότι βοηθούν τις επιχειρήσεις να προσαρμοστούν σε περιόδους οικονομικής δυσχέρειας ή προσαρμογής. Η μεταρρύθμιση των συλλογικών διαπραγματεύσεων συμβάλλει, σύμφωνα με τους θεσμούς, στην ευελιξία των επιχειρήσεων προκειμένου να προσαρμόσουν το εργασιακό κόστος μέσω των τιμών και όχι μέσω των απολύσεων».
Τα περί αποφυγής των απολύσεων είναι προσχηματικά, αφού για τις ομαδικές απολύσεις επισημαίνουν ότι «οι θεσμοί κρίνουν απαραίτητη την κατάργηση των περιορισμών και την αύξηση του ποσοστού του ορίου των απολύσεων από 5% σε 10%».
Για τον κατώτατο μισθό οι «θεσμοί» επιμένουν ότι θα εξακολουθήσει να καθορίζεται από το κράτος λαμβάνοντας υπόψη την ανταγωνιστικότητα. Μάλιστα, θεωρούν ότι αυτός ο μισθός δεν θα περιλαμβάνει την προϋπηρεσία του κάθε εργαζόμενου (τριετίες, επιδόματα), όπως επίσης προβλέπεται από τον ισχύοντα νόμο. «Ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα ήταν προϊόν διμερούς διαπραγμάτευσης μεταξύ των κοινωνικών εταίρων. Εφεξής όμως θα αποφασίζεται από το κράτος και από το 2017 και μετέπειτα θα αποτελεί ένα μοναδικό ποσό αναφοράς, χωρίς να περιλαμβάνει τα επιδόματα ωρίμανσης. Ο κατώτατος μισθός θα πρέπει να αναπροσαρμόζεται έτσι ώστε να συμβάλει στην αύξηση της απασχόλησης και στη μείωση της ανεργίας, ενισχύοντας ταυτόχρονα την αύξηση της ανταγωνιστικότητας» αναφέρεται στην έκθεση.
Για το συνδικαλιστικό νόμο, οι «θεσμοί» ζητάνε μεγάλες ανατροπές που στρέφονται ενάντια στη συνδικαλιστική δράση, υποστηρίζοντας ότι «δεν έχουν πραγματοποιηθεί αλλαγές στη δομή και την οργάνωση των συνδικάτων, στην εξασφάλιση της εκπροσώπησης όλων των εργαζομένων, καθώς και την εφαρμογή της "ανταπεργίας" (lock out)». Επιπλέον, «επισημαίνουν ότι θα ήταν χρήσιμη η δημιουργία μιας πλατφόρμας ηλεκτρονικής καταγραφής των μελών των συνδικάτων που θα μείωνε τη γραφειοκρατία και θα καταπολεμούσε πρακτικές εκμετάλλευσης».
Με πρόσχημα την αντιμετώπιση της ανεργίας, οι «θεσμοί» βάζουν και θέμα διευθέτησης του χρόνου εργασίας και την επέκταση των λεγόμενων «ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης», δηλαδή των κάθε είδους προγραμμάτων που διευρύνουν την ευελιξία και ενισχύουν τις επιχειρήσεις σε βάρος της προστασίας των ανέργων.