ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΚΑΙ ΑΜΕΣΑ ΜΕΤΡΑ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΚΑΙ ΑΜΕΣΑ ΜΕΤΡΑ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ
ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΚΑΙ ΑΜΕΣΑ ΜΕΤΡΑ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ

Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2014

ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΔΝΤ - ΟΟΣΑ Συνταγές αντιλαϊκής διαχείρισης σε όφελος των μονοπωλίων

Συνδυασμό αντιλαϊκών μέτρων προκειμένου να τονωθεί η καπιταλιστική ανάκαμψη και η κερδοφορία των μονοπωλίων, προτείνουν, μέσω δυο διαφορετικών εκθέσεων, το ΔΝΤ και ο ΟΟΣΑ. Σε πρώτο πλάνο, προβάλλουν οι εμφανιζόμενες «αγωνίες» για την υψηλή ανεργία των νέων, ιδιαίτερα στην Ευρωζώνη, καθώς και η «διεύρυνση του χάσματος των εισοδηματικών ανισοτήτων», τα οποία αποτελούν τροχοπέδη για την καπιταλιστική ανάπτυξη. Σε αυτό το πλαίσιο, ως «λύσεις» προτείνονται ο «περιορισμός της προστασίας για τους μόνιμα εργαζόμενους», καθώς και συνταγές διαχείρισης των ακραίων φαινομένων φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού.
Ειδικότερα:
Η έκθεση του ΔΝΤ διαπιστώνει ότι «η Ευρώπη έχει αρχίσει να ανακάμπτει από την παγκόσμια οικονομική κρίση, αλλά η ανάκαμψη είναι αργή και διστακτική στην Ευρωζώνη. Η παραγωγή και οι επενδύσεις παραμένουν πολύ κάτω από τα επίπεδα προ της κρίσης. Η ανεργία παραμένει σε απαράδεκτα υψηλά ποσοστά», ενώ η «ανεργία των νέων είναι ένα ιδιαίτερα σοβαρό πρόβλημα». Στο «διά ταύτα», προτείνει μέτρα «χαλάρωσης της προστασίας των μόνιμα εργαζομένων» και τη «διατήρηση υπό έλεγχο» του κατώτατου μισθού, υπογραμμίζοντας παράλληλα ότι «οι υψηλότεροι ρυθμοί ανάπτυξης μπορεί να βελτιώσουν την απασχόληση των νέων» και ότι «οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας μπορεί να συμβάλουν στη μείωση της επίμονα υψηλής ανεργίας των νέων». Στην έκθεση τονίζεται η ανάγκη να υπάρξουν «συνολικές οικονομικές αποδοτικές πολιτικές», ώστε να αντιμετωπιστεί το «μεγάλο πρόβλημα» της ανεργίας των νέων, επισημαίνοντας την αύξηση της νεανικής ανεργίας σε Κύπρο, Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία και Ισπανία. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, «ενώ η υψηλή ανεργία είναι πάντα ανεπιθύμητη, η ανεργία των νέων μπορεί να είναι ιδιαίτερα προβληματική στην Ευρωζώνη, η οποία υποφέρει από σημαντική γήρανση του πληθυσμού και χαλάρωση της οικονομικής δραστηριότητας». Τα παραπάνω λένε ότι δε χρειάζεται να αυξηθούν οι μισθοί μήπως και αυξηθούν οι θέσεις εργασίας, αλλά αυτό είναι αδύνατο, αφού οι θέσεις εργασίας αυξάνονται όταν αυξάνεται η παραγωγή, και αυτό τώρα δε φαίνεται λόγω στασιμότητας, ενώ τα μέτρα χαλάρωσης της προστασίας των εργαζομένων χρειάζονται για ανακύκλωση της ανεργίας, δηλαδή να απολύονται και να προσλαμβάνονται εργαζόμενοι κατά το δοκούν.
Το ΔΝΤ ζητά «περαιτέρω μεταρρυθμίσεις» από χώρες όπως τη Γαλλία, την Ιταλία και την Ισπανία στο ζήτημα της «αγοράς εργασίας», διατυπώνοντας την άποψη ότι «από μόνη της η ανάπτυξη δε θα επιλύσει το πρόβλημα της ανεργίας των νέων». Επίσης τη θέση ότι «για την αναβίωση της ανάπτυξης απαιτείται ισχυρή υποστήριξη για αύξηση της παραγωγής σε ολόκληρη την Ευρωζώνη κι αυτό περιλαμβάνει υποστήριξη στις ιδιωτικές επενδύσεις μέσω της χαλαρής νομισματικής πολιτικής»... Πράγματι η ανάπτυξη από μόνη της δεν μπορεί να λύσει το πρόβλημα της ανεργίας, γιατί οι επενδύσεις δε σημαίνουν ταυτόχρονα και προσλήψεις. Μπορεί ακόμη να γίνονται επενδύσεις για αύξηση της παραγωγικότητας, που επίσης σημαίνει λιγότεροι εργαζόμενοι.
Ο ΟΟΣΑ και οι ανισότητες
Η έκθεση του ΟΟΣΑ εστιάζει στο «μεγάλο εισοδηματικό χάσμα», προτείνοντας τη μείωση των ανισοτήτων μεταξύ των πλούσιων και των φτωχότερων πολιτών τους, έτσι ώστε να ενισχυθεί ο ρυθμός της οικονομικής ανάπτυξης. Για να μειωθούν οι ανισότητες, τα κράτη πρέπει να αναδιανείμουν πλούτο μέσω της φορολογίας και άλλων μεταβιβάσεων, προστίθεται στην έκθεση του ΟΟΣΑ, επισημαίνοντας ότι η «μείωση των εισοδηματικών ανισοτήτων θα τονώσει την οικονομική ανάπτυξη». Επί της ουσίας, πρόκειται για συνταγές τόνωσης του συνολικού επιπέδου της κατανάλωσης μέσω της οποίας θα τονωθεί η κερδοφορία των μονοπωλίων. Σε αυτό το πλαίσιο, η «μεταβίβαση εισοδήματος», δηλαδή τα όποια ψίχουλα των «επιδομάτων» στο φτωχότερο κομμάτι του λαϊκού πληθυσμού, θα αποδοθούν στη συνέχεια ολόκληρα στην κατανάλωση προκειμένου να καλυφθούν οι στοιχειώδεις ανάγκες της καθημερινότητας. Ο ΟΟΣΑ τονίζει ότι από τα στοιχεία που διαθέτει δεν προκύπτει κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει ότι οι αναδιανεμητικές πολιτικές έβλαψαν την ανάπτυξη, όταν «σχεδιάστηκαν και εφαρμόστηκαν σωστά», δηλαδή σε στοχευμένες δράσεις για τη διαχείριση της ακραίας φτώχειας σε όφελος του κεφαλαίου. Βεβαίως αυτά όλα μπορεί να θεωρούνται μια ένεση στην επιδίωξη ανάπτυξης, αλλά δεν αρκούν για να φέρουν αποτελέσματα. Σε τελευταία ανάλυση, ό,τι κι αν γίνει, η ζωή των εργαζομένων συνολικά δεν πρόκειται να αλλάξει, ακόμη και αν βελτιωθεί κάπως η κατάσταση των εξαθλιωμένων.