Στην επίσημη ενημέρωση που διένειμε το
υπουργείο Οικονομικών για τις επαφές του υπουργού Γ. Βαρουφάκη στην
Ουάσιγκτον, ομολογείται ανοιχτά πως οι αξιωματούχοι των ΗΠΑ «εξήγησαν τη σημασία που δίνει η κυβέρνηση Ομπάμα σε μια έντιμη συμφωνία μεταξύ της Ελλάδας και των εταίρων - θεσμών», καθώς και την επιθυμία των ΗΠΑ «να
παίζουν το ρόλο του "τίμιου διαμεσολαβητή" (honest broker), ώστε να
επιτευχθεί μια τέτοια λύση το συντομότερο δυνατόν, πιέζοντας προς αυτήν
την κατεύθυνση όλα τα μέρη της διαπραγμάτευσης».
Σύμφωνα, μάλιστα, με τα ρεπορτάζ των διεθνών ειδησεογραφικών πρακτορείων, οι «πιέσεις» αυτές για την επίτευξη «έντιμης συμφωνίας» κλιμακώθηκαν ήδη κατά τη διάρκεια παραμονής του Γ. Βαρουφάκη στις ΗΠΑ, με τους Αμερικανούς αξιωματούχους να καλούν την ελληνική κυβέρνηση «να δεσμευθεί πλήρως» στις τεχνικές διαπραγματεύσεις και την οριστικοποίηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων.
Δηλαδή; Την ίδια ώρα που η αμερικανική κυβέρνηση ομολογεί ανοιχτά την «επιθυμία» της να παίξει ρόλο «τίμιου διαμεσολαβητή» στα παζάρια σε σχέση με τη διαχείριση της εξόδου της Ελλάδας απ' την κρίση (παρεμβαίνοντας στη συνολικότερη διαπάλη εντός της Ευρωζώνης) συμπλέει με την κυρίαρχη γραμμή στην Ευρωζώνη και την ΕΕ για ανάγκη «πλήρους δέσμευσης» στον πυρήνα των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων και μεταρρυθμίσεων που θα πρέπει να εφαρμοστούν για λογαριασμό του κεφαλαίου την «επόμενη μέρα».
Μέσα στους πρώτους 2,5 μήνες από την εκλογή της, η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ διατρανώνει, με κάθε τρόπο, την επιθυμία της να «παίξει» μέσα στους εντεινόμενους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, από την Ουάσιγκτον και το Βερολίνο, μέχρι τη Μόσχα (ιεραρχώντας βέβαια πάντα τις στρατηγικές προτεραιότητες της ελληνικής αστικής τάξης), επιδιώκοντας να αποσπάσει τα μεγαλύτερα δυνατά οφέλη για το εγχώριο κεφάλαιο και, ταυτόχρονα, εμπλέκοντας βαθύτερα το λαό και τη χώρα στην επικίνδυνη όξυνση των αντιθέσεων. Η επιδίωξη αυτή μάλιστα «ντύνεται» με το μανδύα της «εθνικής αξιοπρέπειας» και της «εθνικής υπερηφάνειας», προκειμένου να στοιχίσει πιο αποτελεσματικά τα εργατικά - λαϊκά στρώματα πίσω από τους στόχους του κεφαλαίου.
Ηδη το Φλεβάρη, από την Κύπρο, στο πρώτο του ταξίδι εκτός Ελλάδας ως πρωθυπουργός, ο Αλ. Τσίπρας είχε διαφημίσει το «ενδιαφέρον» των ΗΠΑ για την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές, αναφωνώντας: «Δεν περίμενα ότι θα υπήρχαν τόσο ισχυρές δυνάμεις που θα συνδράμουν το έργο της ελληνικής κυβέρνησης».
Από τότε, το έντονο «ενδιαφέρον» της Ουάσιγκτον πιστοποιούν τα αλλεπάλληλα σούρτα - φέρτα και οι συνεχείς επαφές στελεχών και αξιωματούχων της ελληνικής και της αμερικανικής κυβέρνησης, με πρόσφατο χαρακτηριστικό παράδειγμα τη συνάντηση του Αλ. Τσίπρα με την βοηθό υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Βικτόρια Νούλαντ. Για το ακριβές περιεχόμενο μάλιστα της εν λόγω συνάντησης, αρχικά τηρήθηκε «σιγή ασυρμάτου», ωστόσο σιγά - σιγά αρχίζουν να ξεδιπλώνονται σοβαρές «πτυχές» της: Πρώτα ήταν οι απαράδεκτες δηλώσεις του υπουργού Αμυνας, Π. Καμμένου, για την πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης στις ΗΠΑ για συνεκμετάλλευση των εγχώριων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, μετά η ακόμα πιο προκλητική τεκμηρίωση της παραπάνω πρότασης, και πάλι από τον Π. Καμμένο, στο όνομα της δυνατότητας των ΗΠΑ για «στρατηγική κάλυψη της ασφάλειας των επενδύσεών τους». Τώρα, ήρθε πλέον να προστεθεί η ανοιχτή ομολογία της Ουάσιγκτον ότι επιθυμεί να παίξει το ρόλο του «τίμιου διαμεσολαβητή» στα αντιλαϊκά παζάρια της κυβέρνησης...
Στο πλαίσιο των αδυσώπητων ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, ανάλογα με το πού κλίνουν κάθε φορά τα συμφέροντα της ελληνικής αστικής τάξης, καλείται ο λαός να στοιχηθεί πίσω της και πίσω από το ένα ή το άλλο ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο. Ομως, το κάλεσμα της Ουάσιγκτον για «πλήρη δέσμευση» στην οριστικοποίηση των «αναγκαίων μεταρρυθμίσεων» επιβεβαίωσε αυτό στο οποίο συμπίπτουν όλα τα ισχυρά καπιταλιστικά κέντρα, μαζί και το εγχώριο κεφάλαιο, τη συνέχιση της αντιλαϊκής επίθεσης...
Σύμφωνα, μάλιστα, με τα ρεπορτάζ των διεθνών ειδησεογραφικών πρακτορείων, οι «πιέσεις» αυτές για την επίτευξη «έντιμης συμφωνίας» κλιμακώθηκαν ήδη κατά τη διάρκεια παραμονής του Γ. Βαρουφάκη στις ΗΠΑ, με τους Αμερικανούς αξιωματούχους να καλούν την ελληνική κυβέρνηση «να δεσμευθεί πλήρως» στις τεχνικές διαπραγματεύσεις και την οριστικοποίηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων.
Δηλαδή; Την ίδια ώρα που η αμερικανική κυβέρνηση ομολογεί ανοιχτά την «επιθυμία» της να παίξει ρόλο «τίμιου διαμεσολαβητή» στα παζάρια σε σχέση με τη διαχείριση της εξόδου της Ελλάδας απ' την κρίση (παρεμβαίνοντας στη συνολικότερη διαπάλη εντός της Ευρωζώνης) συμπλέει με την κυρίαρχη γραμμή στην Ευρωζώνη και την ΕΕ για ανάγκη «πλήρους δέσμευσης» στον πυρήνα των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων και μεταρρυθμίσεων που θα πρέπει να εφαρμοστούν για λογαριασμό του κεφαλαίου την «επόμενη μέρα».
Μέσα στους πρώτους 2,5 μήνες από την εκλογή της, η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ διατρανώνει, με κάθε τρόπο, την επιθυμία της να «παίξει» μέσα στους εντεινόμενους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, από την Ουάσιγκτον και το Βερολίνο, μέχρι τη Μόσχα (ιεραρχώντας βέβαια πάντα τις στρατηγικές προτεραιότητες της ελληνικής αστικής τάξης), επιδιώκοντας να αποσπάσει τα μεγαλύτερα δυνατά οφέλη για το εγχώριο κεφάλαιο και, ταυτόχρονα, εμπλέκοντας βαθύτερα το λαό και τη χώρα στην επικίνδυνη όξυνση των αντιθέσεων. Η επιδίωξη αυτή μάλιστα «ντύνεται» με το μανδύα της «εθνικής αξιοπρέπειας» και της «εθνικής υπερηφάνειας», προκειμένου να στοιχίσει πιο αποτελεσματικά τα εργατικά - λαϊκά στρώματα πίσω από τους στόχους του κεφαλαίου.
Ηδη το Φλεβάρη, από την Κύπρο, στο πρώτο του ταξίδι εκτός Ελλάδας ως πρωθυπουργός, ο Αλ. Τσίπρας είχε διαφημίσει το «ενδιαφέρον» των ΗΠΑ για την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές, αναφωνώντας: «Δεν περίμενα ότι θα υπήρχαν τόσο ισχυρές δυνάμεις που θα συνδράμουν το έργο της ελληνικής κυβέρνησης».
Από τότε, το έντονο «ενδιαφέρον» της Ουάσιγκτον πιστοποιούν τα αλλεπάλληλα σούρτα - φέρτα και οι συνεχείς επαφές στελεχών και αξιωματούχων της ελληνικής και της αμερικανικής κυβέρνησης, με πρόσφατο χαρακτηριστικό παράδειγμα τη συνάντηση του Αλ. Τσίπρα με την βοηθό υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Βικτόρια Νούλαντ. Για το ακριβές περιεχόμενο μάλιστα της εν λόγω συνάντησης, αρχικά τηρήθηκε «σιγή ασυρμάτου», ωστόσο σιγά - σιγά αρχίζουν να ξεδιπλώνονται σοβαρές «πτυχές» της: Πρώτα ήταν οι απαράδεκτες δηλώσεις του υπουργού Αμυνας, Π. Καμμένου, για την πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης στις ΗΠΑ για συνεκμετάλλευση των εγχώριων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, μετά η ακόμα πιο προκλητική τεκμηρίωση της παραπάνω πρότασης, και πάλι από τον Π. Καμμένο, στο όνομα της δυνατότητας των ΗΠΑ για «στρατηγική κάλυψη της ασφάλειας των επενδύσεών τους». Τώρα, ήρθε πλέον να προστεθεί η ανοιχτή ομολογία της Ουάσιγκτον ότι επιθυμεί να παίξει το ρόλο του «τίμιου διαμεσολαβητή» στα αντιλαϊκά παζάρια της κυβέρνησης...
Στο πλαίσιο των αδυσώπητων ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, ανάλογα με το πού κλίνουν κάθε φορά τα συμφέροντα της ελληνικής αστικής τάξης, καλείται ο λαός να στοιχηθεί πίσω της και πίσω από το ένα ή το άλλο ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο. Ομως, το κάλεσμα της Ουάσιγκτον για «πλήρη δέσμευση» στην οριστικοποίηση των «αναγκαίων μεταρρυθμίσεων» επιβεβαίωσε αυτό στο οποίο συμπίπτουν όλα τα ισχυρά καπιταλιστικά κέντρα, μαζί και το εγχώριο κεφάλαιο, τη συνέχιση της αντιλαϊκής επίθεσης...