Μετά τη στήριξη του νέου
Ασφαλιστικού από τον ΣΕΒ και τις ηγεσίες των υπόλοιπων εργοδοτικών οργανώσεων,
στη χορεία των υποστηρικτών της κυβερνητικής πρότασης που οδηγεί με ραγδαίους
ρυθμούς στην κατεδάφιση όσων ασφαλιστικών δικαιωμάτων έχουν απομείνει, προστέθηκαν
και οι εκπρόσωποι του κουαρτέτου.
Μιλώντας προχτές, Κυριακή, από το
Βερολίνο σε τηλεοπτική εκπομπή («Mega»), ο υπουργός Εργασίας, Γ. Κατρούγκαλος,
δήλωσε ότι ουσιαστικά οι «εταίροι» έχουν αποδεχτεί τη βασική «αρχιτεκτονική»
του νέου μοντέλου, δηλαδή έχουν αποδεχτεί τη στρατηγική του σχεδίου της. Οπως
είπε, «έχουν δεχτεί ότι θα έχουμε μια εθνική σύνταξη σαν βάση του χτισίματος
των νέων συντάξεων...».
Παράλληλα, πρόσθεσε πως «από εδώ
και πέρα έχουμε το διάβολο που κρύβεται στις λεπτομέρειες. Θα κουβεντιάσουμε τα
ποσοστά αναπλήρωσης. Θα είναι σκληρή η διαπραγμάτευση, αλλά υπάρχει μια αποδοχή
της γεωμετρίας, της αρχιτεκτονικής της μεταρρύθμισης».
Από την πλευρά της τρόικας, ο
εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Μ. Σχοινάς, δήλωσε ότι «η αξιολόγηση της
πρότασης βρίσκεται σε εξέλιξη. Οι θεσμοί θα συζητήσουν περαιτέρω το θέμα κατά
τη διάρκεια της αποστολής των εκπροσώπων των θεσμών, που θα πραγματοποιηθεί
αργότερα εντός του μήνα».
Προαναγγέλλοντας ότι η κατάληξη
της διαπραγμάτευσης θα φέρει ένα ακόμα χειρότερο νομοσχέδιο, αναφέρει ότι κάθε
αναφορά σε σχέση με την άποψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Ασφαλιστικό
συνιστά «αβάσιμη εικασία».
Δεδομένα και «εκκρεμότητες»
Βέβαια, η «διακριτική» - για την
ώρα - στήριξη της τρόικας στο αντιασφαλιστικό σχέδιο της κυβέρνησης, ήταν λίγο
- πολύ αναμενόμενη. Κι αυτό επειδή η πρόταση εκ των προτέρων υλοποιεί όλες τις
προηγούμενες δεσμεύσεις, αφού ενσωματώνει τις προηγούμενες 11 μειώσεις και
προωθεί κι άλλες για νυν και μελλοντικούς συνταξιούχους.
Μ' αυτόν τον τρόπο και σε
συνδυασμό με τις υπέρογκες αυξήσεις σε μεγάλες ομάδες ασφαλισμένων (π.χ.
αγρότες), εκπληρώνει το στόχο για άμεση περικοπή της συνταξιοδοτικής δαπάνης
(1% του ΑΕΠ για φέτος), επιπλέον περικοπές για το 2017- 2018, αλλά και
μακροπρόθεσμα «συγκράτηση» της δαπάνης μέχρι συν 2,5% του ΑΕΠ (συνολικά στο 16%
του ΑΕΠ) για τις επόμενες τέσσερις δεκαετίες.
Μάλιστα, όσον αφορά τις
επικουρικές, η ραγδαία συρρίκνωσή τους θεωρείται δεδομένη, αφού προκύπτει μέσα
από την ίδια την κυβερνητική πρόταση, με τους πολύ χαμηλότερους συντελεστές
υπολογισμού και τις νέες σκληρές προϋποθέσεις απόδοσής τους, οι οποίες
συναντώνται μόνο στα αμιγώς ιδιωτικά/κεφαλαιοποιητικά συστήματα. Κι όλα αυτά
παρά τη νέα επιβάρυνση των ασφαλισμένων κατά 0,5 μονάδες στην περίπτωση των
μισθωτών και κατά 1,5 μονάδες στην περίπτωση των αυτοαπασχολούμενων. Δεδομένες
θεωρούνται, επίσης, οι περικοπές στα εφάπαξ και στα μερίσματα.
Επιπλέον, η νέα «αρχιτεκτονική»
αντιγράφει σε χειρότερη εκδοχή το μοντέλο που ήδη είχε ψηφιστεί το 2010 από το
ΠΑΣΟΚ με το νόμο 3863, στη σύνταξη του οποίου η τότε τρόικα είχε παίξει
αποφασιστικό ρόλο. Ετσι, οι πομφόλυγες του υπουργού περί «σκληρής
διαπραγμάτευσης» με το κουαρτέτο, την ώρα μάλιστα που υπάρχει συμφωνία στη
δομή, είναι προπαγανδιστικός καπνός.
Την ίδια στιγμή, η ομολογία του
υπουργού ότι θα κουβεντιάσουν τα ποσοστά αναπλήρωσης, σημαίνει ότι οι συντάξεις
που θα προκύπτουν από το νέο σύστημα υπολογισμού ενδέχεται να είναι ακόμη
μικρότερες, σε σύγκριση με τις εξευτελιστικές συντάξεις που έτσι κι αλλιώς
προκύπτουν από το δικό της αρχικό σχέδιο.
Ανοιχτό, επίσης, παραμένει (άρα
υπάρχει περιθώριο για περαιτέρω χειροτέρευση) και το ζήτημα αν η «εθνική
σύνταξη» των 384 ευρώ θα δίνεται με εισοδηματικά κριτήρια ή όχι, αλλά και το αν
η θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος θα παραμείνει στις 4.500 ημέρες
ασφάλισης ή θα αυξηθεί στις 6.000 ημέρες ασφάλισης, όπως συζητά η κυβέρνηση με
το κουαρτέτο.
Δεν γλιτώνει κανείς
Και επειδή «το ψέμα έχει κοντά
ποδάρια», όπως είχαμε σημειώσει πριν λίγες μέρες, σχολιάζοντας την
επικοινωνιακή τακτική της κυβέρνησης, ήδη η δημόσια ρητορική της αρχίζει να
μετατοπίζεται και να προσεγγίζει σταδιακά την πραγματικότητα που φέρνει το
νομοθέτημά της.
Ετσι, σε συνέντευξή του σε
κυριακάτικη εφημερίδα («Καθημερινή»), απαντώντας σε ερώτηση αν τελικά θα
υπάρξουν μειώσεις, ο Γ. Κατρούγκαλος λέει χαρακτηριστικά: «Θα υπάρξουν κάποιες
αποκλίσεις στα μεσαία και μεγάλα εισοδήματα. Σε ορισμένα Ταμεία όπως το ΤΕΒΕ,
ίσως μεγαλύτερες... Αποκλίσεις μπορεί να περιμένει κανείς και στα λεγόμενα
"ευγενή" Ταμεία...».
Αρα, αυτό που μέχρι τώρα
παραδέχεται ο υπουργός και σε αντίθεση με τις κατηγορηματικές διαψεύσεις των
πρώτων ημερών, είναι πως θα υπάρξουν μειώσεις (και αυτό «πιάνει» και τους νυν
συνταξιούχους, μέσα από τον επανυπολογισμό των συντάξεων) σε όλους τους
ασφαλισμένους με «μεσαίο» και «υψηλό εισόδημα», ή μάλλον σε ό,τι μπορεί να
εννοηθεί σαν τέτοιο, μετά τη γενική κατακρήμνιση των εισοδημάτων τα τελευταία
χρόνια.
Μάλιστα, στο ΤΕΒΕ και στους
ασφαλισμένους σε πρώην κρατικές τράπεζες και ΔΕΚΟ - θα προσθέταμε και στο
Δημόσιο με χρόνο ασφάλισης πάνω από 25 έτη - οι μειώσεις θα είναι ακόμα
μεγαλύτερες, κατά τα λεγόμενα του ίδιου του υπουργού.
Μένει τελικά κανένας έξω από το
«λεπίδι» των νέων μειώσεων στις κύριες συντάξεις; Τα κυβερνητικά στελέχη
αφήνουν να εννοηθεί ότι δε θα θιγούν αυτοί που έχουν χαμηλά εισοδήματα και λίγα
χρόνια ασφάλισης και ότι αυτή η προστασία κατά αναλογία επεκτείνεται και στους
νυν χαμηλοσυνταξιούχους.
Ομως και αυτοί δε θα αποφύγουν
τις περικοπές, αφού το νέο σχέδιο καταργεί τα κατώτερα όρια συντάξεων που
ίσχυαν στο παλιό σύστημα, αλλά και το ΕΚΑΣ που δινόταν σε 360.000
χαμηλοσυνταξιούχους του ιδιωτικού τομέα. Επομένως και αυτοί θα έχουν μικρότερο
εισόδημα από τις κύριες συντάξεις. Μάλιστα, αν γίνει συνυπολογισμός και της
επικουρικής σύνταξης, ως συνολικό εισόδημα, οι νέες περικοπές θα είναι ακόμα
μεγαλύτερες.
Χαντάκωμα μέχρι και στις
αναπηρικές
Στα παραπάνω πρέπει να
προσθέσουμε και τις «ειδικές μειώσεις» που θα προκύψουν σε εκατοντάδες χιλιάδες
ασφαλισμένους, αλλά και αρκετούς συνταξιούχους, μετά τον επανυπολογισμό της
σύνταξής τους, εξαιτίας των ειδικών όρων και προϋποθέσεων με τις οποίες θα
δίνεται η λεγόμενη «εθνική σύνταξη».
Ετσι, οι δικαιούχοι αναπηρικών
συντάξεων θα λαμβάνουν μέρος της «εθνικής» και όχι ολόκληρη, αν η αναπηρία
είναι κάτω του 80%, ενώ στην περίπτωση διπλοσυνταξιούχων, δηλαδή ασφαλισμένων
που θεμελιώνουν δύο αυτοτελείς συντάξεις από διαφορετικούς φορείς (π.χ. δημόσιο
και ιδιωτικό τομέα), αυτοί θα λαμβάνουν μόνο μία «εθνική σύνταξη». Οπως,
επίσης, η «εθνική σύνταξη» θα μειώνεται κατά 1/40 για κάθε χρόνο απουσίας από
τη χώρα, στην περίπτωση που ο ασφαλισμένος δεν έχει συμπληρώσει 40 χρόνια
παραμονής μεταξύ 15ου και 67ου έτους της ηλικίας του.