Με τον Κρατικό Προϋπολογισμό για το 2015 η κυβέρνηση για ακόμα μία φορά
επιβεβαιώνει την εκτίμηση ότι ο λαός θα συνεχίσει να ματώνει, τώρα, στο
όνομα της σταθεροποίησης της ανάκαμψης.
Η αντιλαϊκή επίθεση θα συνεχιστεί και το 2015 επιδεινώνοντας ακόμη περισσότερο τη θέση της λαϊκής οικογένειας.
Στο νέο προϋπολογισμό ενσωματώνονται τόσο η διατήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας και των πρωτογενών πλεονασμάτων όσο και η ανάγκη επιτάχυνσης των αναγκαίων καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων για τη θωράκιση της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλιακών ομίλων.
Τα φορολογικά έσοδα προβλέπεται να αυξηθούν κατά 1,4 δισ. ευρώ (+3%) σε σχέση με το 2014. Μια αύξηση που θα την επωμιστούν αποκλειστικά τα λαϊκά στρώματα. Πιο συγκεκριμένα, τα έσοδα από τη φορολόγηση των εισοδημάτων των φυσικών προσώπων προβλέπεται να αυξηθούν κατά 520 εκατ. ευρώ (αύξηση 6,3%), η διατήρηση του ΕΝΦΙΑ και το 2015 προβλέπεται να αυξήσει τα έσοδα κατά 80 εκατ. ευρώ (+2,3%), ενώ οι έμμεσοι φόροι που κατατρώγουν τα λαϊκά εισοδήματα προβλέπεται να αυξηθούν κατά 930 εκατ. ευρώ (+3,8%).
Την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση κλιμακώνει τη φοροεπιδρομή απέναντι στο λαό, ταυτόχρονα προχωράει σε νέες μειώσεις των εσόδων από τη φορολογία των επιχειρήσεων κατά περίπου 100 εκατ. ευρώ (μείωση 2,4%), με αποτέλεσμα, τυπικά, τα έσοδα από τη φορολόγηση των νομικών προσώπων να αντιστοιχούν μόλις στο 5,8% του συνόλου των φορολογικών εσόδων, προετοιμάζοντας βεβαίως το έδαφος για νέα μείωση του φορολογικού συντελεστή για τα επιχειρηματικά κέρδη, από το 26% που είναι σήμερα στο 15%, αλλά και τη μείωση του ανώτατου συντελεστή για τα πιο υψηλά εισοδήματα από το 42% στο 33%.
Ενώ τα φορολογικά έσοδα αυξάνονται, μειώνονται ακόμη περισσότερο οι κοινωνικές δαπάνες. Στην Παιδεία μειώνονται κατά 285 εκατ. ευρώ, φτάνοντας συνολικά στα 4,805 δισ. ευρώ όταν το 2010 αυτές έφταναν τα 8,755 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντας συνολική μείωση 45,8%. Οι συνολικές δαπάνες για την Υγεία προβλέπεται να έχουν νέα μείωση κατά 505 εκατ. ευρώ, για την Κοινωνική Ασφάλιση και περίθαλψη μείωση κατά 459 εκατ. ευρώ, μειώνεται η χρηματοδότηση των κρατικών νοσοκομείων κατά 432 εκατ. ευρώ, όπως επίσης μειωμένες προβλέπονται και οι προνοιακές παροχές κατά 377 εκατ. ευρώ.
Η μείωση των κοινωνικών δαπανών διευρύνει ακόμα περισσότερο την εμπορευματοποίηση αυτών των αναγκών, διαμορφώνοντας νέα πεδία κερδοφορίας για τους επιχειρηματικούς ομίλους και διευκολύνει ακόμη περισσότερο την επιχειρηματική δραστηριότητα των κρατικών μονάδων που δραστηριοποιούνται σ' αυτούς τους τομείς.
Τη στιγμή που η επίσημη ανεργία έχει σκαρφαλώσει στο 25%, τα επιδόματα για την ανεργία προβλέπεται να μειωθούν στα 992 εκατ. ευρώ από 1,095 δισ. ευρώ το 2014 (μείωση 9,4%), όταν το 2011 με πολύ μικρότερη ανεργία τα επιδόματα έφταναν τα 2 δισ. ευρώ (μείωση 50,4%). Την ίδια ώρα αυξάνεται το ζεστό χρήμα που δίνεται στην εργοδοσία στο πλαίσιο της ανακύκλωσης της ανεργίας, για τα διάφορα προγράμματα «ενεργητικής απασχόλησης», τα οποία προβλέπεται ότι θα αυξηθούν στα 600 εκατ. ευρώ από 373 εκατ. ευρώ το 2014 (αύξηση 60,9%).
Απόδειξη είναι πως εκτός από το δημοσιονομικό σκέλος, η κυβέρνηση επιδιώκει μέσα από τον Κρατικό Προϋπολογισμό να προχωρήσει στην επιτάχυνση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, με στόχο τη διευκόλυνση και την προσέλκυση νέων επενδύσεων. Η ακόμα μεγαλύτερη ευελιξία στην αγορά εργασίας, η μείωση των φορολογικών συντελεστών, ο νέος επενδυτικός νόμος, η αξιοποίηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων αλλά και του Προγράμματος Δημόσιων Επενδύσεων, η διαμόρφωση νέων πεδίων κερδοφορίας και η επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων αποτελούν τις βασικές προτεραιότητες των κυβερνητικών σχεδιασμών.
Βεβαίως, η καπιταλιστική κρίση δεν διαρκεί αιώνια, η καταστροφή των παραγωγικών δυνάμεων δίνει ώθηση στην καπιταλιστική ανάπτυξη, διαμορφώνοντας το έδαφος για μια νέα εκδήλωσή της. Ο φιλόδοξος αυτός στόχος της κυβέρνησης είναι επισφαλής εξαιτίας των αβεβαιοτήτων που διαμορφώνονται από την επιβράδυνση της οικονομίας στην Ευρωζώνη και τους κινδύνους εκδήλωσης μιας νέας συγχρονισμένης στις ανεπτυγμένες οικονομίες καπιταλιστικής κρίσης. Γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε αναθεώρηση των μεγεθών του προϋπολογισμού για την κάλυψη του δημοσιονομικού κενού.
Στο φόντο αυτών των εξελίξεων πρέπει να προσεγγίσουμε την κατάσταση που διαμορφώνεται στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων με την τρόικα. Εξελίξεις που δεν πρέπει να συσκοτίζουν τον ταξικό χαρακτήρα των διαπραγματεύσεων, ανεξάρτητα ποιοι είναι οι διαπραγματευτές, από τη στιγμή που αυτές γίνονται εντός των τειχών και στο όνομα της διασφάλισης της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Κοινή συνισταμένη και των δύο μερών αποτελεί η υλοποίηση των μέτρων που οδηγούν σε ακόμα πιο φθηνή εργατική δύναμη για να στηριχθεί η ανταγωνιστικότητα. Η όποια διαπάλη δεν αφορά την κατάσταση των λαϊκών στρωμάτων αλλά τα επιμέρους συμφέροντα των αστικών τάξεων που εκπροσωπούν για τον επιμερισμό των ζημιών και των κερδών. Διαπάλη, που, σε συνθήκες επιβράδυνσης των ρυθμών ανάπτυξης, δυναμώνει τις φωνές που απαιτούν αναθεώρηση του μείγματος της αστικής διαχείρισης με στοιχεία μεγαλύτερης ευελιξίας στη δημοσιονομική πειθαρχία (π.χ. δηλώσεις Λαγκάρντ), διάθεσης μεγαλύτερων χρηματοδοτικών πακέτων για τη στήριξη των επενδύσεων («πακέτο Γιούνκερ»). Πρόκειται δηλαδή για ένα άλλο μείγμα που υπηρετεί τις ανάγκες του κεφαλαίου για την αναζωογόνηση της ανάπτυξης και το οποίο δεν αναιρεί τον αντιλαϊκό, ταξικό του χαρακτήρα.
Εξέλιξη η οποία δεν πρόκειται να αναιρέσει την αντιλαϊκή επίθεση, γιατί δεν αποτελεί την αιτία αυτής της επίθεσης το ύψος του χρέους, αλλά οι ανάγκες θωράκισης της ανταγωνιστικότητας. Γι' αυτό και δεν αποτελεί σύμπτωση η υλοποίηση αντίστοιχων αντιλαϊκών μέτρων σε χώρες με χαμηλό ποσοστό χρέους και χωρίς μνημόνια.
Γι' αυτό και η συζήτηση για το τέλος των μνημονίων επιχειρεί να συγκαλύψει το γεγονός ότι αυτό δεν πρόκειται να οδηγήσει στην αμφισβήτηση των στρατηγικών επιλογών της ΕΕ, ούτε να αναιρέσει το ευρωενωσιακό μνημόνιο διαρκείας στο πλαίσιο της νέας οικονομικής διακυβέρνησης που ισχύει για όλα τα κράτη - μέλη.
Γεγονός που αναδεικνύει ότι η ουσία της όποιας διαπάλης ανάμεσα στη συγκυβέρνηση και στην αξιωματική αντιπολίτευση αφορά τον τρόπο διαχείρισης των ακραίων φαινομένων φτώχειας με ταυτόχρονη προσαρμογή προς τα κάτω των λαϊκών απαιτήσεων στο επίπεδο που αυτές δεν αμφισβητούν τις ανάγκες αναπαραγωγής και κερδοφορίας του κεφαλαίου.
Σήμερα, το ζητούμενο είναι να τοποθετηθεί στο επίκεντρο της λαϊκής αντιπαράθεσης και της οργάνωσης της πάλης η ανάγκη ανάκτησης των απωλειών και η ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών όπως αυτές καθορίζονται από το επίπεδο των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας.
Η αντιλαϊκή επίθεση θα συνεχιστεί και το 2015 επιδεινώνοντας ακόμη περισσότερο τη θέση της λαϊκής οικογένειας.
Στο νέο προϋπολογισμό ενσωματώνονται τόσο η διατήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας και των πρωτογενών πλεονασμάτων όσο και η ανάγκη επιτάχυνσης των αναγκαίων καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων για τη θωράκιση της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλιακών ομίλων.
Τα φορολογικά έσοδα προβλέπεται να αυξηθούν κατά 1,4 δισ. ευρώ (+3%) σε σχέση με το 2014. Μια αύξηση που θα την επωμιστούν αποκλειστικά τα λαϊκά στρώματα. Πιο συγκεκριμένα, τα έσοδα από τη φορολόγηση των εισοδημάτων των φυσικών προσώπων προβλέπεται να αυξηθούν κατά 520 εκατ. ευρώ (αύξηση 6,3%), η διατήρηση του ΕΝΦΙΑ και το 2015 προβλέπεται να αυξήσει τα έσοδα κατά 80 εκατ. ευρώ (+2,3%), ενώ οι έμμεσοι φόροι που κατατρώγουν τα λαϊκά εισοδήματα προβλέπεται να αυξηθούν κατά 930 εκατ. ευρώ (+3,8%).
Την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση κλιμακώνει τη φοροεπιδρομή απέναντι στο λαό, ταυτόχρονα προχωράει σε νέες μειώσεις των εσόδων από τη φορολογία των επιχειρήσεων κατά περίπου 100 εκατ. ευρώ (μείωση 2,4%), με αποτέλεσμα, τυπικά, τα έσοδα από τη φορολόγηση των νομικών προσώπων να αντιστοιχούν μόλις στο 5,8% του συνόλου των φορολογικών εσόδων, προετοιμάζοντας βεβαίως το έδαφος για νέα μείωση του φορολογικού συντελεστή για τα επιχειρηματικά κέρδη, από το 26% που είναι σήμερα στο 15%, αλλά και τη μείωση του ανώτατου συντελεστή για τα πιο υψηλά εισοδήματα από το 42% στο 33%.
Ενώ τα φορολογικά έσοδα αυξάνονται, μειώνονται ακόμη περισσότερο οι κοινωνικές δαπάνες. Στην Παιδεία μειώνονται κατά 285 εκατ. ευρώ, φτάνοντας συνολικά στα 4,805 δισ. ευρώ όταν το 2010 αυτές έφταναν τα 8,755 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντας συνολική μείωση 45,8%. Οι συνολικές δαπάνες για την Υγεία προβλέπεται να έχουν νέα μείωση κατά 505 εκατ. ευρώ, για την Κοινωνική Ασφάλιση και περίθαλψη μείωση κατά 459 εκατ. ευρώ, μειώνεται η χρηματοδότηση των κρατικών νοσοκομείων κατά 432 εκατ. ευρώ, όπως επίσης μειωμένες προβλέπονται και οι προνοιακές παροχές κατά 377 εκατ. ευρώ.
Η μείωση των κοινωνικών δαπανών διευρύνει ακόμα περισσότερο την εμπορευματοποίηση αυτών των αναγκών, διαμορφώνοντας νέα πεδία κερδοφορίας για τους επιχειρηματικούς ομίλους και διευκολύνει ακόμη περισσότερο την επιχειρηματική δραστηριότητα των κρατικών μονάδων που δραστηριοποιούνται σ' αυτούς τους τομείς.
Τη στιγμή που η επίσημη ανεργία έχει σκαρφαλώσει στο 25%, τα επιδόματα για την ανεργία προβλέπεται να μειωθούν στα 992 εκατ. ευρώ από 1,095 δισ. ευρώ το 2014 (μείωση 9,4%), όταν το 2011 με πολύ μικρότερη ανεργία τα επιδόματα έφταναν τα 2 δισ. ευρώ (μείωση 50,4%). Την ίδια ώρα αυξάνεται το ζεστό χρήμα που δίνεται στην εργοδοσία στο πλαίσιο της ανακύκλωσης της ανεργίας, για τα διάφορα προγράμματα «ενεργητικής απασχόλησης», τα οποία προβλέπεται ότι θα αυξηθούν στα 600 εκατ. ευρώ από 373 εκατ. ευρώ το 2014 (αύξηση 60,9%).
Κατεδάφιση δικαιωμάτων
Η
κυβερνητική προπαγάνδα επιχειρεί να αξιοποιήσει τη σταθεροποίηση των
ρυθμών και την οριακή ανάκαμψη που καταγράφεται στο 9μηνο του 2014 για
να αναδείξει ότι η κυβερνητική πολιτική φέρνει αποτελέσματα, ότι οι
θυσίες του λαού πιάνουν τόπο, με συνέπεια την ανάγκη διατήρησης αυτής
της πορείας η οποία θα οδηγήσει το 2015 σε ρυθμούς ανάπτυξης κατά 2,9%
του ΑΕΠ. Μια ανάπτυξη που πατά πάνω στα ερείπια των εργασιακών και
ασφαλιστικών δικαιωμάτων.Απόδειξη είναι πως εκτός από το δημοσιονομικό σκέλος, η κυβέρνηση επιδιώκει μέσα από τον Κρατικό Προϋπολογισμό να προχωρήσει στην επιτάχυνση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, με στόχο τη διευκόλυνση και την προσέλκυση νέων επενδύσεων. Η ακόμα μεγαλύτερη ευελιξία στην αγορά εργασίας, η μείωση των φορολογικών συντελεστών, ο νέος επενδυτικός νόμος, η αξιοποίηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων αλλά και του Προγράμματος Δημόσιων Επενδύσεων, η διαμόρφωση νέων πεδίων κερδοφορίας και η επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων αποτελούν τις βασικές προτεραιότητες των κυβερνητικών σχεδιασμών.
Βεβαίως, η καπιταλιστική κρίση δεν διαρκεί αιώνια, η καταστροφή των παραγωγικών δυνάμεων δίνει ώθηση στην καπιταλιστική ανάπτυξη, διαμορφώνοντας το έδαφος για μια νέα εκδήλωσή της. Ο φιλόδοξος αυτός στόχος της κυβέρνησης είναι επισφαλής εξαιτίας των αβεβαιοτήτων που διαμορφώνονται από την επιβράδυνση της οικονομίας στην Ευρωζώνη και τους κινδύνους εκδήλωσης μιας νέας συγχρονισμένης στις ανεπτυγμένες οικονομίες καπιταλιστικής κρίσης. Γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε αναθεώρηση των μεγεθών του προϋπολογισμού για την κάλυψη του δημοσιονομικού κενού.
Στο φόντο αυτών των εξελίξεων πρέπει να προσεγγίσουμε την κατάσταση που διαμορφώνεται στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων με την τρόικα. Εξελίξεις που δεν πρέπει να συσκοτίζουν τον ταξικό χαρακτήρα των διαπραγματεύσεων, ανεξάρτητα ποιοι είναι οι διαπραγματευτές, από τη στιγμή που αυτές γίνονται εντός των τειχών και στο όνομα της διασφάλισης της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Κοινή συνισταμένη και των δύο μερών αποτελεί η υλοποίηση των μέτρων που οδηγούν σε ακόμα πιο φθηνή εργατική δύναμη για να στηριχθεί η ανταγωνιστικότητα. Η όποια διαπάλη δεν αφορά την κατάσταση των λαϊκών στρωμάτων αλλά τα επιμέρους συμφέροντα των αστικών τάξεων που εκπροσωπούν για τον επιμερισμό των ζημιών και των κερδών. Διαπάλη, που, σε συνθήκες επιβράδυνσης των ρυθμών ανάπτυξης, δυναμώνει τις φωνές που απαιτούν αναθεώρηση του μείγματος της αστικής διαχείρισης με στοιχεία μεγαλύτερης ευελιξίας στη δημοσιονομική πειθαρχία (π.χ. δηλώσεις Λαγκάρντ), διάθεσης μεγαλύτερων χρηματοδοτικών πακέτων για τη στήριξη των επενδύσεων («πακέτο Γιούνκερ»). Πρόκειται δηλαδή για ένα άλλο μείγμα που υπηρετεί τις ανάγκες του κεφαλαίου για την αναζωογόνηση της ανάπτυξης και το οποίο δεν αναιρεί τον αντιλαϊκό, ταξικό του χαρακτήρα.
Ποια διαπραγμάτευση;
Το
ζήτημα για το λαό δεν είναι ο βαθμός ικανότητας και αποφασιστικότητας
των σημερινών ή των αυριανών διαπραγματευτών γιατί όποια λύση και αν
δοθεί στο πλαίσιο της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους, ο λαός θα συνεχίσει να πληρώνει για ένα χρέος που δημιουργήθηκε και διογκώθηκε για την εξυπηρέτηση των αναγκών του κεφαλαίου.
Το πραγματικό διακύβευμα αυτής της διαπραγμάτευσης είναι ο καταμερισμός
της κρατικής χρηματοδότησης ανάμεσα στους δανειστές και στους
επιχειρηματικούς ομίλους.Εξέλιξη η οποία δεν πρόκειται να αναιρέσει την αντιλαϊκή επίθεση, γιατί δεν αποτελεί την αιτία αυτής της επίθεσης το ύψος του χρέους, αλλά οι ανάγκες θωράκισης της ανταγωνιστικότητας. Γι' αυτό και δεν αποτελεί σύμπτωση η υλοποίηση αντίστοιχων αντιλαϊκών μέτρων σε χώρες με χαμηλό ποσοστό χρέους και χωρίς μνημόνια.
Γι' αυτό και η συζήτηση για το τέλος των μνημονίων επιχειρεί να συγκαλύψει το γεγονός ότι αυτό δεν πρόκειται να οδηγήσει στην αμφισβήτηση των στρατηγικών επιλογών της ΕΕ, ούτε να αναιρέσει το ευρωενωσιακό μνημόνιο διαρκείας στο πλαίσιο της νέας οικονομικής διακυβέρνησης που ισχύει για όλα τα κράτη - μέλη.
Γεγονός που αναδεικνύει ότι η ουσία της όποιας διαπάλης ανάμεσα στη συγκυβέρνηση και στην αξιωματική αντιπολίτευση αφορά τον τρόπο διαχείρισης των ακραίων φαινομένων φτώχειας με ταυτόχρονη προσαρμογή προς τα κάτω των λαϊκών απαιτήσεων στο επίπεδο που αυτές δεν αμφισβητούν τις ανάγκες αναπαραγωγής και κερδοφορίας του κεφαλαίου.
Σήμερα, το ζητούμενο είναι να τοποθετηθεί στο επίκεντρο της λαϊκής αντιπαράθεσης και της οργάνωσης της πάλης η ανάγκη ανάκτησης των απωλειών και η ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών όπως αυτές καθορίζονται από το επίπεδο των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας.
Του Νίκου ΚΑΡΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ*
*Ο Νίκος Καραθανασόπουλος είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ
*Ο Νίκος Καραθανασόπουλος είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ