Σε φιλοκυβερνητικές εφημερίδες το προηγούμενο Σαββατοκύριακο
υπήρξε αρθρογραφία για την ανάγκη δημιουργίας επιτροπών στήριξης της
κυβέρνησης, ενώ προχτεσινή ανακοίνωση της Πολιτικής Γραμματείας του
ΣΥΡΙΖΑ καλούσε σε «ενεργή παρουσία το λαό», στη στήριξη των προσπαθειών
διαπραγμάτευσης που κάνει η νέα κυβέρνηση. Χτες είχαμε το «αυθόρμητο,
έκτακτο κάλεσμα» μέσα από το διαδίκτυο για συγκέντρωση στο Σύνταγμα, με
αίτημα «σκληρή διαπραγμάτευση», ενώ ετοιμάζεται τέτοιο σκηνικό και για
επόμενες μέρες. Σημειώνουμε μόνο ότι, σύμφωνα με πληροφορίες, οτι ενώ οι
οργανώσεις του ΣΥΡΙΖΑ κινητοποιήθηκαν έδωσαν οδηγίες στα μέλη τους να
μην κατέβουν με «κομματικές σημαίες» !
Είναι κακό μια κυβέρνηση να
ζητήσει τη λαϊκή κινητοποίηση, θα μπορούσε να διερωτηθεί κάποιος; Η
απάντηση εξαρτάται από το χαρακτήρα της κυβέρνησης και το σκοπό της
κινητοποίησης. Στην προκειμένη περίπτωση, πρόκειται για μια κυβέρνηση
που θεωρεί μονόδρομο την ΕΕ, τον δρόμο ανάπτυξης υπέρ του κεφαλαίου, με
πρόγραμμα που περιέχει δεσμεύσεις στο κεφάλαιο και ορισμένες εξαγγελίες
προς το λαό που πίσω τους όμως κρύβονται στην πραγματικότητα ελάχιστα τα
οποία δεν συνιστούν ανάκτηση των εργατικών - λαϊκών απωλειών. Αυτή η
κυβέρνηση καλεί το λαό να κινητοποιηθεί, για να στηρίξει τη
διαπραγμάτευση που κάνει σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Διαπραγμάτευση η οποία
θεωρεί δεδομένο το αντιλαϊκό πλαίσιο της ΕΕ, την αποπληρωμή του χρέους,
τις συνθήκες και τις συμφωνίες, την επιτήρηση, τις δεσμεύσεις που
υποστηρίζει ότι θα τηρήσει. Διαπραγμάτευση που πραγματοποιείται μέσα στο
πλέγμα των αντιθέσεων Γαλλίας, Ιταλίας, ΗΠΑ με την Γερμανία και για
λογαριασμό του κεφαλαίου, που θέλει να εξασφαλίσει ρευστό για τις
επενδύσεις του.
***
Αλήθεια, μπορεί να ελπίζει ο λαός ότι από μια τέτοια
διαπραγμάτευση θα βγει ωφελημένος, ότι θα απαλλαγεί από τα δεινά του;
Ακουσαν, άραγε, όσοι συγκεντρώθηκαν στο Σύνταγμα τις δηλώσεις Βαρουφάκη
ότι το 60% - 70% από τις μεταρρυθμίσεις που υπάρχουν στο μνημόνιο θα τις
υλοποιούσε και η κυβέρνησή του; Κατάλαβαν ότι κινητοποιήθηκαν ενάντια
στο 30% - 40% της πολιτικής του μνημονίου; Ακουσαν άραγε τον Αλέξη
Τσίπρα στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ να δηλώνει οτι θα τηρήσει
τους αντιλαϊκούς κανόνες της ΕΕ (παρά όποιες διαφωνίες του); Η πώς
πρέπει να νιώθει κάποιος, ενώνοντας τη φωνή του με τον Ομπάμα, τον
Ρέντζι και τον Ολάντ που καταδικάζουν τους λαούς τους στο «λιτό βίο»,
αλλά και με διάφορους επιχειρηματικούς κύκλους που υποστηρίζουν τη
διαπραγματευτική γραμμή της κυβέρνησης;
Η επανάληψη του «κινήματος
των αγανακτισμένων» έχει ως σκοπό η εύλογη οργή που υπάρχει σε λαϊκά
στρώματα, που στύβονται για πολλά χρόνια μέσα στην καπιταλιστική κρίση
από αστικές κυβερνήσεις, ΕΕ και κεφάλαιο, να μπει στο «στενό κορσέ» της
«αμοιβαία επωφελούς λύσης για το δημόσιο χρέος με τους εταίρους», που
παπαγαλίζουν όπου βρεθούν και όπου σταθούν τα κυβερνητικά στελέχη. Η
προσπάθεια, λοιπόν, αυτή έχει ως στόχο να βάλει τους εργαζόμενους, τα
φτωχά λαϊκά στρώματα να κινητοποιηθούν κάτω από την ξένη γι' αυτούς
σημαία της ανάκαμψης του κεφαλαίου.
***
Στο κάλεσμα διαφόρων μηχανισμών για «αυθόρμητες» εκδηλώσεις
στήριξης της κυβέρνησης σημειώνεται επίσης ότι «η γονατιστή Ελλάδα και
οι υπάκουες κυβερνήσεις τέλειωσαν»! Μόνο που, για να συμβεί αυτό
πραγματικά, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να ισχυροποιηθεί η λαϊκή
συμμαχία, των εργατών, των φτωχών αγροτών, όλων των εκμεταλλευομένων, ο
αποφασισμένος και οργανωμένος λαός σε σύγκρουση με το κεφάλαιο και όλους
τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς. Ετσι ο λαός θα είναι όρθιος και όχι
σκυμμένος κάτω από ξένες σημαίες, να στηρίζει μια διαπραγμάτευση για
λογαριασμό του πραγματικού του αντίπαλου τους των επιχειρηματικών
ομίλων. Οι εργαζόμενοι, τα φτωχά λαϊκά στρώματα αντί να γίνονται λοιπόν
«ντεκόρ» των παζαριών και των παιχνιδιών που παίζονται ανάμεσα σε μεγάλα
επιχειρηματικά συμφέροντα πρέπει να αγωνιστούν για την αναπλήρωση των
απωλειών της περιόδου της κρίσης, την κατάργηση του αντεργατικού
πλαισίου, που ήρθε για να μείνει, για νέες κατακτήσεις με βάση τις
δυνατότητες της εποχής. Αυτά μπορούν να κατακτηθούν μόνο μέσα από την
οργανωμένη ταξική σύγκρουση σε κατεύθυνση αντίθεσης με τη στρατηγική του
κεφαλαίου και της ΕΕ.