«Εισοδηματικό χάσμα» με διεύρυνση των
ανισοτήτων ανάμεσα στα τμήματα του πληθυσμού των κρατών - μελών του,
διαπιστώνει ο ΟΟΣΑ, επισημαίνοντας τους κινδύνους που συνεπάγεται αυτό
το φαινόμενο για την «οικονομική ανάπτυξη». Οπως χαρακτηριστικά
αναφέρεται σε σχετική έκθεση, η αύξηση των ανισοτήτων (στις 19 χώρες που
εξετάστηκαν) περιόρισε την ανάπτυξη κατά 4,7% στην περίοδο 1990 - 2010.
«Εχουμε φθάσει σ' ένα κρίσιμο σημείο. Οι ανισότητες στις χώρες του ΟΟΣΑ ουδέποτε ήταν τόσο υψηλές από τότε που τις μετράμε», δήλωσε ο γενικός γραμματέας του οργανισμού, Α. Γκουρία. Σήμερα, στη ζώνη του ΟΟΣΑ, που περιλαμβάνει 34 χώρες, το πλουσιότερο 10% του πληθυσμού έχει εισόδημα 9,6 φορές μεγαλύτερο από το εισόδημα του φτωχότερου 10%, ενώ η αναλογία αυτή ήταν 7,1 φορές στη δεκαετία του 1980 και 9,1 φορές στη δεκαετία του 2000, σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ. Σε αυτό το πλαίσιο, προτείνει την «αναδιανομή εισοδήματος» μέσω της φορολογίας, ως ένα αποτελεσματικό μέτρο για τη μείωση των ανισοτήτων και για την τόνωση της καπιταλιστικής ανάπτυξης (υποδείξεις που αναδεικνύουν μια πλευρά από τις αξεπέραστες αντιφάσεις του καπιταλισμού, αφού η ίδια η τόνωση της κερδοφορίας του κεφαλαίου περνά μέσα από την ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων...).
Επί της ουσίας, πρόκειται για τις γνωστές συνταγές τόνωσης του συνολικού επιπέδου της κατανάλωσης, μέσω της οποίας προσδοκούν ότι θα αυξηθεί η κερδοφορία των μονοπωλίων. Σε αυτό το πλαίσιο, θεωρείται ότι η «μεταβίβαση εισοδήματος», δηλαδή τα όποια ψίχουλα δοθούν στο φτωχότερο κομμάτι του εργατικού - λαϊκού πληθυσμού, θα κατευθυνθεί στη συνέχεια στην κατανάλωση προκειμένου να καλυφθούν οι στοιχειώδεις ανάγκες της καθημερινότητας. Να σημειωθεί, επίσης, ότι το εισοδηματικό χάσμα που περιγράφουν αφορά μόνο στα εισοδήματα φυσικών προσώπων, χωρίς βέβαια να περιλαμβάνονται τα επιχειρηματικά κέρδη.
Σύμφωνα με την έκθεση, τέλος, «η υψηλή και συχνά ανοδικά κινούμενη ανισότητα δημιουργεί σοβαρές οικονομικές ανησυχίες, όχι μόνο για αυτούς που κερδίζουν λίγα, αλλά και στη γενικότερη ευρωστία και βιωσιμότητα των οικονομιών μας. Με άλλα λόγια, η αυξανόμενη ανισότητα είναι κακή μακροπρόθεσμα για την ανάπτυξη».
«Εχουμε φθάσει σ' ένα κρίσιμο σημείο. Οι ανισότητες στις χώρες του ΟΟΣΑ ουδέποτε ήταν τόσο υψηλές από τότε που τις μετράμε», δήλωσε ο γενικός γραμματέας του οργανισμού, Α. Γκουρία. Σήμερα, στη ζώνη του ΟΟΣΑ, που περιλαμβάνει 34 χώρες, το πλουσιότερο 10% του πληθυσμού έχει εισόδημα 9,6 φορές μεγαλύτερο από το εισόδημα του φτωχότερου 10%, ενώ η αναλογία αυτή ήταν 7,1 φορές στη δεκαετία του 1980 και 9,1 φορές στη δεκαετία του 2000, σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ. Σε αυτό το πλαίσιο, προτείνει την «αναδιανομή εισοδήματος» μέσω της φορολογίας, ως ένα αποτελεσματικό μέτρο για τη μείωση των ανισοτήτων και για την τόνωση της καπιταλιστικής ανάπτυξης (υποδείξεις που αναδεικνύουν μια πλευρά από τις αξεπέραστες αντιφάσεις του καπιταλισμού, αφού η ίδια η τόνωση της κερδοφορίας του κεφαλαίου περνά μέσα από την ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων...).
Επί της ουσίας, πρόκειται για τις γνωστές συνταγές τόνωσης του συνολικού επιπέδου της κατανάλωσης, μέσω της οποίας προσδοκούν ότι θα αυξηθεί η κερδοφορία των μονοπωλίων. Σε αυτό το πλαίσιο, θεωρείται ότι η «μεταβίβαση εισοδήματος», δηλαδή τα όποια ψίχουλα δοθούν στο φτωχότερο κομμάτι του εργατικού - λαϊκού πληθυσμού, θα κατευθυνθεί στη συνέχεια στην κατανάλωση προκειμένου να καλυφθούν οι στοιχειώδεις ανάγκες της καθημερινότητας. Να σημειωθεί, επίσης, ότι το εισοδηματικό χάσμα που περιγράφουν αφορά μόνο στα εισοδήματα φυσικών προσώπων, χωρίς βέβαια να περιλαμβάνονται τα επιχειρηματικά κέρδη.
Σύμφωνα με την έκθεση, τέλος, «η υψηλή και συχνά ανοδικά κινούμενη ανισότητα δημιουργεί σοβαρές οικονομικές ανησυχίες, όχι μόνο για αυτούς που κερδίζουν λίγα, αλλά και στη γενικότερη ευρωστία και βιωσιμότητα των οικονομιών μας. Με άλλα λόγια, η αυξανόμενη ανισότητα είναι κακή μακροπρόθεσμα για την ανάπτυξη».