Σαφή
δείγματα για το σκηνικό που θα στήσουν το επόμενο διάστημα τα κόμματα
της αστικής διαχείρισης έδωσε η συζήτηση στη Βουλή για την παροχή ψήφου
εμπιστοσύνης στη συγκυβέρνηση. Αφενός, είδαμε το κλασικό έργο της
αποπροσανατολιστικής πόλωσης μεταξύ των κομμάτων της συγκυβέρνησης και
του ΣΥΡΙΖΑ, που θα οξύνεται ολοένα και περισσότερο, όσο μεγαλώνει η
μεταξύ τους σύγκλιση στο πλαίσιο της στρατηγικής του κεφαλαίου και της
ΕΕ. Την ίδια στιγμή, όμως, πίσω από το στημένο σκηνικό του διπολικού
«καβγά» και πάνω ακριβώς στο έδαφος αυτής της αντιλαϊκής στρατηγικής
σύγκλισης, δεν έλειψαν από καμιά πλευρά οι εκκλήσεις περί «συναίνεσης».
Η κυβέρνηση ζήτησε συναίνεση στην εκλογή Προέδρου της
Δημοκρατίας στο όνομα της σταθερότητας της χώρας και της κρισιμότητας
των διαπραγματεύσεων για το κρατικό χρέος. «Ελάτε να βγάλουμε μαζί τον
Πρόεδρο της Δημοκρατίας (...) Βάλτε πλάτη για τη χώρα, να την κρατήσουμε
ενωμένη και σταθερή», ανέφερε χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός.
«Δεν αρνούμαστε τη συναίνεση», απάντησε ο Αλ.
Τσίπρας, αλλά στη βάση αλλαγής στο μείγμα διαχείρισης και μετά από
εκλογές, «που θα δώσουν εντολή ισχυρής διακυβέρνησης και διαπραγμάτευσης
αλλά και περιθώρια ευρείας συναίνεσης»...
Κάπου στη «μέση» εμφανίστηκαν διάφοροι βουλευτές,
«ανεξάρτητοι» αλλά και κυβερνητικοί, να ζητούν συναίνεση χωρίς εκλογές,
αλλά με «νέες κυβερνητικές λύσεις από την παρούσα Βουλή».
Από παντού καλέσματα για «συναίνεση» στην αντιλαϊκή
πολιτική λοιπόν, αλλά αυτό που απασχολεί τα κόμματα της αστικής
διαχείρισης είναι το ποιος θα έχει το πάνω χέρι στη «συναίνεση».
Εδώ και καιρό, σειρά αστικών επιτελείων βάζουν
επιτακτικά το θέμα της «συνεννόησης» μεταξύ των κομμάτων της αστικής
διαχείρισης: Και για τα κρίσιμα ζητήματα για την κερδοφορία των εγχώριων
μονοπωλίων - με βασικότερα τα ζητήματα της «ελάφρυνσης» του κρατικού
χρέους και της προώθησης των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων - και για την
ίδια τη λειτουργία του αστικού πολιτικού συστήματος, ώστε να
διασφαλίζει την καλύτερη χειραγώγηση πλατιών εργατικών - λαϊκών μαζών.
Ανταποκρινόμενες σε αυτές τις εκκλήσεις, οι δυνάμεις
του αστικού πολιτικού συστήματος, στο όνομα της συναίνεσης,
διαγκωνίζονται μεταξύ τους για το ποια μπορεί να τη διαχειριστεί
καλύτερα, ποια μπορεί να αποτελέσει τον «καταλύτη» τέτοιων διεργασιών.
Συναίνεση με την παρούσα κυβέρνηση, λένε ΝΔ και
ΠΑΣΟΚ, παίζοντας το χαρτί της σταθερότητας που δε θα βάλει σε κίνδυνο τα
παζάρια με ΕΕ - ΔΝΤ για λογαριασμό των εγχώριων μονοπωλίων. Συναίνεση
με νέα κυβέρνηση που θα προκύψει από εκλογές, λέει ο ΣΥΡΙΖΑ, ώστε αυτή
να έχει μεγαλύτερη διαπραγματευτική ισχύ στα ίδια ακριβώς αντιλαϊκά
παζάρια.
Την ίδια ώρα, συγκυβέρνηση και ΣΥΡΙΖΑ διαγκωνίζονται
για το ποιος από τους δύο μπορεί να εξασφαλίσει τη συναίνεση πλατιών
εργατικών - λαϊκών στρωμάτων στη συνέχιση της αντιλαϊκής πολιτικής,
ποιος από τους δύο μπορεί καλύτερα να συμβάλει στο χαμήλωμα των
απαιτήσεων του λαού, στη στράτευση πίσω από το στόχο της καπιταλιστικής
ανάκαμψης με την προσμονή ότι από αυτήν θα περισσέψει και κάποιο ψίχουλο
για τους εργαζόμενους. Κάπως έτσι, για παράδειγμα, είχαμε πρόσφατα, από
τη μία, το πολυδιαφημισμένο ταξιδάκι κυβέρνησης - ΓΣΕΕ - εργοδοτικών
οργανώσεων στη Γενεύη και τη μεταξύ τους συμφωνία ενόψει των νέων
αντεργατικών μέτρων που είναι στα σκαριά και, από την άλλη, τον Αλ.
Τσίπρα σε ομιλία του στην Ελληνική Ένωση Επιχειρηματιών να διαβεβαιώνει
ότι η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί εγγύηση για «την έξοδο από την
καταστροφή με την ευρύτερη δυνατή κοινωνική συναίνεση»...
Το στοίχημα για το λαό είναι να χαλάσει όλα τα σχέδια
των αστικών επιτελείων: Να μην «τσιμπήσει» ούτε στις κοκορομαχίες των
κομμάτων της αστικής διαχείρισης ούτε και στις εκκλήσεις τους για
πολιτική και κοινωνική συναίνεση, αλλά να οργανώσει την πάλη του, για
την ανάκτηση των απωλειών του, για να διεκδικήσει τελικά τον πλούτο που
παράγει.
Αναδημοσιεύεται από την στήλη «Η Άποψη μας» του Ριζοσπάστη της Τρίτης 14 Οκτώβρη 2014.