Με προκάλυψη τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας (ΔΟΕ), κυβέρνηση και εργοδότες,
με την ενεργή συμμετοχή της ΓΣΕΕ, έστησαν χτες στη Γενεύη άλλο ένα
επικοινωνιακό παιχνίδι, με στόχο την αλλαγή του συνδικαλιστικού νόμου,
ενώ στο τραπέζι παραμένει και η παραπέρα απελευθέρωση των ομαδικών
απολύσεων.
Δίνοντας το στίγμα του «κοινωνικού διαλόγου», που στήθηκε με καθοριστική συμβολή της ΓΣΕΕ, για τα δύο αυτά κρίσιμα ζητήματα, ο υπουργός Εργασίας Γ. Βρούτσης μίλησε για «απαραίτητες νέες κοινωνικές συμφωνίες - με ισορροπημένους συμβιβασμούς και τολμηρές υπερβάσεις - που να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της σημερινής συγκυρίας και ιδιαίτερα στην προοπτική οικοδόμησης ενός νέου αναπτυξιακού προτύπου».
Βέβαια, αυτό που ο υπουργός εμφανίζει ως «συμβιβασμούς», δεν είναι τίποτε άλλο παρά η απαίτηση των εργοδοτών, κυρίως του ΣΕΒ, αλλά και της κυβέρνησης, τα συνδικάτα και οι εργαζόμενοι να παραιτηθούν από βασικά συνδικαλιστικά και εργασιακά δικαιώματα, να ανεχτούν τα νέα δεσμά που επιχειρούν να τους περάσουν.
Κεντρική, διακηρυγμένη επιδίωξη είναι η παρεμπόδιση των συνδικάτων στην άσκηση του δικαιώματος της απεργίας, ο παραπέρα οικονομικός στραγγαλισμός των συνδικαλιστικών οργανώσεων, αλλά και ο περιορισμός των συνδικαλιστικών αδειών. Αυτός ο στρατηγικός σχεδιασμός για το κεφάλαιο δεν αλλάζει, ανεξάρτητα από τους ρυθμούς και το εύρος των αλλαγών που προωθούνται κάθε φορά.
Από αυτήν τη σκοπιά, κανέναν εφησυχασμό δεν πρέπει να προκαλεί στους εργαζόμενους η συμφωνία που διαρρεόταν ότι επιτεύχθηκε χτες στη Γενεύη από τους «κοινωνικούς εταίρους». Σύμφωνα με πληροφορίες, η «συμφωνία» αυτή περιλαμβάνει αλλαγές στον τρόπο χρηματοδότησης των συνδικαλιστικών οργανώσεων, δηλαδή στον παραπέρα περιορισμό της, παρά το γεγονός ότι αυτή προέρχεται από τις εισφορές των ίδιων των εργαζομένων.
Ταυτόχρονα, γίνεται λόγος για αλλαγές στα λεγόμενα «προνόμια» των συνδικαλιστών, δηλαδή στις συνδικαλιστικές άδειες, χωρίς να αποκλείονται και αλλαγές που θα κάνουν ακόμα πιο ισχνή την όποια «προστασία» της συνδικαλιστικής δράσης και ιδιότητας.
Η συζήτηση για τα παραπάνω θα συνεχιστεί με νέα τριμερή συνάντηση στο τέλος του μήνα στην Αθήνα. Η πλευρά των εργοδοτών άφηνε να εννοηθεί ότι αναστέλλεται προς το παρόν η συζήτηση για τον τρόπο προκήρυξης της απεργίας και το δικαίωμα της «ανταπεργίας», χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τα συγκεκριμένα ζητήματα δε θα επανέλθουν το επόμενο διάστημα και πάλι στο τραπέζι.
Το ίδιο ισχύει και με τις ομαδικές απολύσεις, για το οποίες η ΔΟΕ διατύπωσε την άποψη ότι θα πρέπει να δοθεί χρόνος, για να δοκιμαστεί η σημερινή πρακτική της έγκρισης των απολύσεων από το Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας.
Κυβέρνηση και εργοδότες επιχειρούν να παραμερίσουν κάθε εμπόδιο στην ανάπτυξη του κεφαλαίου και γι' αυτό θεωρούν «ξεπερασμένο» τον ισχύοντα συνδικαλιστικό νόμο (1264/82).
Απ' αυτή την άποψη, οι φραστικοί λεονταρισμοί του προέδρου της ΓΣΕΕ, ότι απορρίπτει «κάθε συζήτηση περί αλλαγής, "βελτίωσης", "εκσυγχρονισμού" του νόμου 1264» και του καθεστώτος των ομαδικών απολύσεων, δεν έχουν την παραμικρή αξία. Πρώτον, γιατί η συνάντηση αυτή έχει διακηρυγμένο περιεχόμενο τη συζήτηση για αλλαγή αυτών των νόμων. Δεύτερο, γιατί και μόνο η συμμετοχή σε μια τέτοια συνάντηση, νομιμοποιεί στην πράξη τις επιδιώξεις κυβέρνησης και εργοδοτών, ρίχνει νερό στο μύλο των ανατροπών που σχεδιάζονται.
Τον ίδιο σκοπό εξυπηρετούν και οι υποτιθέμενες «μελέτες» που παρουσίασε στη συνάντηση της Γενεύης το υπουργείο Εργασίας για τις ομαδικές απολύσεις, καθώς και του νομοθετικού πλαισίου για τη συνδικαλιστική δράση που ισχύει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Η καταγραφή για το τι ισχύει σε άλλες χώρες είναι ο γνωστός τρόπος, για να περιβληθούν οι ανατροπές με το κύρος του «ευρωπαϊκού παραδείγματος». Είναι η γνωστή τακτική, επιλέγοντας κάθε φορά ό,τι βολεύει, να εμφανίζονται τα εργατικά δικαιώματα ως ένα πλαίσιο «ξεπερασμένο» και με «αγκυλώσεις» που πρέπει να αλλάξουν...
Δίνοντας το στίγμα του «κοινωνικού διαλόγου», που στήθηκε με καθοριστική συμβολή της ΓΣΕΕ, για τα δύο αυτά κρίσιμα ζητήματα, ο υπουργός Εργασίας Γ. Βρούτσης μίλησε για «απαραίτητες νέες κοινωνικές συμφωνίες - με ισορροπημένους συμβιβασμούς και τολμηρές υπερβάσεις - που να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της σημερινής συγκυρίας και ιδιαίτερα στην προοπτική οικοδόμησης ενός νέου αναπτυξιακού προτύπου».
Βέβαια, αυτό που ο υπουργός εμφανίζει ως «συμβιβασμούς», δεν είναι τίποτε άλλο παρά η απαίτηση των εργοδοτών, κυρίως του ΣΕΒ, αλλά και της κυβέρνησης, τα συνδικάτα και οι εργαζόμενοι να παραιτηθούν από βασικά συνδικαλιστικά και εργασιακά δικαιώματα, να ανεχτούν τα νέα δεσμά που επιχειρούν να τους περάσουν.
Κεντρική, διακηρυγμένη επιδίωξη είναι η παρεμπόδιση των συνδικάτων στην άσκηση του δικαιώματος της απεργίας, ο παραπέρα οικονομικός στραγγαλισμός των συνδικαλιστικών οργανώσεων, αλλά και ο περιορισμός των συνδικαλιστικών αδειών. Αυτός ο στρατηγικός σχεδιασμός για το κεφάλαιο δεν αλλάζει, ανεξάρτητα από τους ρυθμούς και το εύρος των αλλαγών που προωθούνται κάθε φορά.
Από αυτήν τη σκοπιά, κανέναν εφησυχασμό δεν πρέπει να προκαλεί στους εργαζόμενους η συμφωνία που διαρρεόταν ότι επιτεύχθηκε χτες στη Γενεύη από τους «κοινωνικούς εταίρους». Σύμφωνα με πληροφορίες, η «συμφωνία» αυτή περιλαμβάνει αλλαγές στον τρόπο χρηματοδότησης των συνδικαλιστικών οργανώσεων, δηλαδή στον παραπέρα περιορισμό της, παρά το γεγονός ότι αυτή προέρχεται από τις εισφορές των ίδιων των εργαζομένων.
Ταυτόχρονα, γίνεται λόγος για αλλαγές στα λεγόμενα «προνόμια» των συνδικαλιστών, δηλαδή στις συνδικαλιστικές άδειες, χωρίς να αποκλείονται και αλλαγές που θα κάνουν ακόμα πιο ισχνή την όποια «προστασία» της συνδικαλιστικής δράσης και ιδιότητας.
Η συζήτηση για τα παραπάνω θα συνεχιστεί με νέα τριμερή συνάντηση στο τέλος του μήνα στην Αθήνα. Η πλευρά των εργοδοτών άφηνε να εννοηθεί ότι αναστέλλεται προς το παρόν η συζήτηση για τον τρόπο προκήρυξης της απεργίας και το δικαίωμα της «ανταπεργίας», χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τα συγκεκριμένα ζητήματα δε θα επανέλθουν το επόμενο διάστημα και πάλι στο τραπέζι.
Το ίδιο ισχύει και με τις ομαδικές απολύσεις, για το οποίες η ΔΟΕ διατύπωσε την άποψη ότι θα πρέπει να δοθεί χρόνος, για να δοκιμαστεί η σημερινή πρακτική της έγκρισης των απολύσεων από το Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας.
Υμνοι στην κοινωνική συναίνεση
Κατά
τα άλλα, η ομιλία του Γ. Βρούτση ήταν ένα «μανιφέστο» υπέρ του
κοινωνικού διαλόγου και της κοινωνικής συναίνεσης, που ασμένως
αποδέχτηκε η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, δίνοντας το «παρών» στη Γενεύη. Οπως
είπε ο υπουργός Εργασίας, «(...) η κοινωνική συνεννόηση και
διαπραγμάτευση, η συνεργασία και οι συναινέσεις αποτελούν πυλώνα τόσο
της κοινωνικής συνοχής όσο και της αναπτυξιακής προσπάθειας της χώρας».Κυβέρνηση και εργοδότες επιχειρούν να παραμερίσουν κάθε εμπόδιο στην ανάπτυξη του κεφαλαίου και γι' αυτό θεωρούν «ξεπερασμένο» τον ισχύοντα συνδικαλιστικό νόμο (1264/82).
Απ' αυτή την άποψη, οι φραστικοί λεονταρισμοί του προέδρου της ΓΣΕΕ, ότι απορρίπτει «κάθε συζήτηση περί αλλαγής, "βελτίωσης", "εκσυγχρονισμού" του νόμου 1264» και του καθεστώτος των ομαδικών απολύσεων, δεν έχουν την παραμικρή αξία. Πρώτον, γιατί η συνάντηση αυτή έχει διακηρυγμένο περιεχόμενο τη συζήτηση για αλλαγή αυτών των νόμων. Δεύτερο, γιατί και μόνο η συμμετοχή σε μια τέτοια συνάντηση, νομιμοποιεί στην πράξη τις επιδιώξεις κυβέρνησης και εργοδοτών, ρίχνει νερό στο μύλο των ανατροπών που σχεδιάζονται.
Τον ίδιο σκοπό εξυπηρετούν και οι υποτιθέμενες «μελέτες» που παρουσίασε στη συνάντηση της Γενεύης το υπουργείο Εργασίας για τις ομαδικές απολύσεις, καθώς και του νομοθετικού πλαισίου για τη συνδικαλιστική δράση που ισχύει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Η καταγραφή για το τι ισχύει σε άλλες χώρες είναι ο γνωστός τρόπος, για να περιβληθούν οι ανατροπές με το κύρος του «ευρωπαϊκού παραδείγματος». Είναι η γνωστή τακτική, επιλέγοντας κάθε φορά ό,τι βολεύει, να εμφανίζονται τα εργατικά δικαιώματα ως ένα πλαίσιο «ξεπερασμένο» και με «αγκυλώσεις» που πρέπει να αλλάξουν...