Αποκαλυπτικό του αντιλαϊκού χαρακτήρα των παζαριών που διεξάγει η κυβέρνηση με τους «εταίρους», για λογαριασμό του εγχώριου κεφαλαίου, είναι το περιεχόμενο των παρεμβάσεων του υπουργού Οικονομικών, Γ. Βαρουφάκη, στις δύο τελευταίες συνεδριάσεις του Γιούρογκρουπ (στις 11 και 16 Φλεβάρη), καθώς και των σχετικών non-paper της ελληνικής κυβέρνησης, υλικά τα οποία δόθηκαν χτες στα αγγλικά στη δημοσιότητα από το υπουργείο Οικονομικών.
Σταχυολογώντας ορισμένα βασικά σημεία από αυτά τα πολυσέλιδα υλικά ξεχωρίζουμε τα εξής:
1. Η τρόικα που φεύγει, αλλά μένει:«Οι πολίτες μας απέρριψαν το ρόλο της "τρόικας" στην Ελλάδα. Η κυβέρνησή μας ωστόσο θα διατηρήσει το διάλογο και θα συνεχίσει να συνεργάζεται πλήρως με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την ΕΚΤ, το ΔΝΤ, ως χώρα - μέλος της ΕΕ, της Ευρωζώνης και του Ταμείου», τονίζει ο Γ. Βαρουφάκης, επιβεβαιώνοντας ότι ο λαός θα παραμείνει αλυσοδεμένος στα δεσμά των ιμπεριαλιστικών οργανισμών που συμμετέχει η ελληνική αστική τάξη.
2. Παράταση της «δανειακής σύμβασης». Ηδη από την πρώτη συνεδρίαση του Γιούρογκρουπ (δηλαδή, στις 11/2), η κυβέρνηση θέτει θέμα 6μηνης επέκτασης της δανειακής σύμβασης, προσπαθώντας κατά τ' άλλα να τη διαχωρίσει από τα μνημόνια με τα οποία είναι άρρηκτα δεμένη: «Καταλαβαίνουμε πλήρως ότι οι ημερομηνίες που σχετίζονται με την υπάρχουσα δανειακή σύμβαση πρέπει να μετατεθούν προς τα μπρος, έτσι ώστε να παρέχουν σταθερότητα, να δοθεί χρόνος για τις συζητήσεις (...) Είμαστε έτοιμοι να ζητήσουμε μια αναθεώρηση αυτών των ημερομηνιών (...) Προτείνουμε το πρόγραμμα - γέφυρα να καλύψει την περίοδο μέχρι τα τέλη Αυγούστου».
Δηλαδή, η κυβέρνηση πρότεινε μόνη της την παράταση της δανειακής σύμβασης, άρα και του μνημονίου, ήδη από τις 11/2, και όχι το κείμενο του Μοσκοβισί στις 16/2 που, σύμφωνα με τον Αλ. Τσίπρα, βρίσκεται στο «όριο των κόκκινων γραμμών» του ΣΥΡΙΖΑ!
Επιβεβαιώνοντας το γεγονός ότι η παράταση της δανειακής σύμβασης πηγαίνει «πακέτο» με τους αντιλαϊκούς όρους της, ο Γ. Βαρουφάκης, στη δεύτερη συνεδρίαση του Γιούρογκρουπ (στις 16/2) ξεκαθαρίζει τους όρους στους οποίους θα δεσμεύεται η ελληνική κυβέρνηση σε αυτήν την περίπτωση: «Η ελληνική κυβέρνηση επαναλαμβάνει τη δέσμευσή της στους όρους της δανειακής της σύμβασης προς όλους τους δανειστές μας. Η ελληνική κυβέρνηση δε θα αναλάβει καμία δράση που απειλεί να εκτροχιάσει το πλαίσιο του υπάρχοντος κρατικού προϋπολογισμού ή που θα έχει επιπτώσεις στην οικονομική σταθερότητα. Η ελληνική κυβέρνηση δε θα αναλάβει καμία δράση κουρέματος της ονομαστικής αξίας των δανείων».
Προσθέτει, επίσης, ότι η κυβέρνηση συμφωνεί να υπάρξει «μια πλήρης αξιολόγηση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο τέλος αυτής της προσωρινής περιόδου».
3. Εφαρμογή πάνω από το 70% των «δράσεων» των μνημονίων. Παραπέρα, για να μην αφήνει καμιά αμφιβολία ως προς τις δεσμεύσεις της και στη διάρκεια του λεγόμενου «προγράμματος - γέφυρα», η κυβέρνηση στο non-paper που διένειμε κατά τις διαπραγματεύσεις τονίζει: «Κατά τη διάρκεια της "γέφυρας" (...) η κυβέρνηση θα ιεραρχήσει την εφαρμογή αυτών των δράσεων που περιλαμβάνονται στις υπάρχουσες συμφωνίες που είναι πλήρως συνεπείς με την πολιτική της εντολή. Συνολικά, θα αντιπροσωπεύουν πάνω από το 70% της συνολικής λίστας των δράσεων που είχαν συμφωνηθεί προηγουμένως».
Eurokinissi
|
4. «Επίτευγμα» η «δημοσιονομική προσαρμογή». Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ επιβεβαιώνει ότι αναγνωρίζει ως «επίτευγμα» στο οποίο θα βασιστεί - άρα και θα το συνεχίσει - την τεράστια «δημοσιονομική προσαρμογή», η οποία επιτεύχθηκε μέσα από το τσάκισμα του λαού όλα τα τελευταία χρόνια (επισημαίνοντας παράλληλα το «κοινωνικό κόστος» του, όπως έκανε και η προηγούμενη κυβέρνηση): «Η Ελλάδα έχει πετύχει μια τεράστια προσαρμογή τα τελευταία πέντε χρόνια με μεγάλο κοινωνικό κόστος. Το έλλειμμά της είναι τώρα κάτω από 3% (...), το πρωτογενές της πλεόνασμα έφτασε το 1,5% στο τέλος του προηγούμενου χρόνου (...) Η νέα κυβέρνηση παίρνει ως σημείο εκκίνησης αυτήν την προσαρμογή».
5. «Βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος». Η κυβέρνηση δεσμεύεται στην προώθηση «βαθιών διαρθρωτικών αλλαγών» με στόχο την καπιταλιστική ανάκαμψη, με την «κρίσιμη» βοήθεια των οργανισμών που συναποτελούν την τρόικα, καθώς και του ΟΟΣΑ. Μεταξύ άλλων «μεταρρυθμίσεων» που αναφέρει σε αυτό το πλαίσιο (στο Φορολογικό, στη Δημόσια Διοίκηση, στη Δικαιοσύνη κ.τ.λ.), ιδιαίτερη έμφαση δίνει στη «βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος» και την ενίσχυση των κρατικών επενδύσεων για τη στήριξη του εγχώριου κεφαλαίου. Αναφέρει συγκεκριμένα: «Θέλουμε να αναζωογονήσουμε σχέδια υποδομής με δημόσιους και ιδιώτες επενδυτές (...) Θέλουμε να επενδύσουμε για τη μείωση του ενεργειακού κόστους στις μεσαίες και μεγάλες βιομηχανίες, για τη στήριξη της καινοτομίας (...), για να προωθήσουμε μια αλλαγή κατεύθυνσης προς τομείς με συγκριτικά πλεονεκτήματα και εξαγωγικές δυνατότητες».
6. Ιδιωτικοποιήσεις. Παραπέρα, ο Γ. Βαρουφάκης διαρρηγνύει τα ιμάτιά του διαμαρτυρόμενος για όσους κατηγορούν την κυβέρνηση ότι δε θέλει τις ιδιωτικοποιήσεις: «Σε ό,τι αφορά τις ιδιωτικοποιήσεις (...) η κυβέρνηση είναι εντελώς μη δογματική. Είμαστε έτοιμοι και πρόθυμοι να αξιολογήσουμε κάθε σχέδιο ξεχωριστά. Οι αναφορές σε Μέσα Ενημέρωσης ότι η ιδιωτικοποίηση του λιμανιού του Πειραιά αναιρέθηκε δε θα μπορούσαν να είναι περισσότερο αναληθείς. Στην πραγματικότητα συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο, καθώς οι άμεσες ξένες επενδύσεις θα ενθαρρύνονται, εφόσον το κράτος διασφαλίζει μακροπρόθεσμα έσοδα και λόγο στις εργασιακές σχέσεις και τα περιβαλλοντικά θέματα»...
Η κυβέρνηση «εξηγεί» ότι δε διαφωνεί με τις ιδιωτικοποιήσεις, αλλά με την πλήρη πώληση περιουσιακών στοιχείων του κράτους σε αυτήν την περίοδο κρίσης στην αγορά, οπότε δε θα υπάρχει αντίστοιχο «όφελος». Χαρακτηριστικά, στην παρέμβασή του στη δεύτερη συνεδρίαση του Γιούρογκρουπ (στις 16/2), ο Γ. Βαρουφάκης αναφέρει: «Θα μπορούσα, για παράδειγμα, να εξευμενίσω τους πάντες αποδεχόμενος το στόχο των 5 δισ. ευρώ από ιδιωτικοποιήσεις (...) Ξέρω όμως ότι δεν μπορώ να τον φέρω σε πέρας. Οπως και οι προηγούμενες κυβερνήσεις δεν μπόρεσαν να τον φέρουν σε πέρας σε μια αγορά όπου καταρρέουν οι τιμές».
7. Για τα ψίχουλα διαχείρισης της ακραίας φτώχειας. Εξίσου χαρακτηριστικές είναι και οι «εξηγήσεις» που δίνει ο Γ. Βαρουφάκης για μέτρα διαχείρισης της ακραίας φτώχειας που έχει εξαγγείλει η συγκυβέρνηση. Π.χ. για τη 13η σύνταξη σε όσους παίρνουν σύνταξη κάτω από 700 ευρώ, αναφέρει ότι αυτή «αφορά συνταξιούχους που ζουν στο όριο της φτώχειας ή κάτω από αυτό και μεταφράζεται σε λιγότερο από δύο ευρώ τη μέρα για κάθε δικαιούχο». Αντίστοιχα, για τη «σταδιακή επαναφορά» του κατώτατου μισθού σε επίπεδα 2012, ξεκαθαρίζει ότι θα γίνει «μετά από διαβουλεύσεις με τους εργοδότες και τα συνδικάτα», καθώς και ότι θα συνοδεύεται από «μεταρρυθμίσεις» - αντισταθμίσματα («στην Κοινωνική Ασφάλιση, στη μείωση της φορολογίας της εργασίας», δηλαδή των ασφαλιστικών εισφορών), ώστε να μη μειωθεί η «ανταγωνιστικότητα του ιδιωτικού τομέα».