Μπροστά και στις βουλευτικές εκλογές,
η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ, όλες οι δυνάμεις της αστικής διαχείρισης και τα
επιτελεία του συστήματος εντείνουν μια αποπροσανατολιστική για το λαό
συζήτηση για την πορεία της οικονομίας: Τόσο για το «ποιος ευθύνεται που
φτάσαμε ως εδώ» (με αναλύσεις του τύπου ότι «φταίνε οι κυβερνήσεις και
οι δικοί τους που τα φάγανε», ότι «φταίει που ξοδεύαμε περισσότερα από
όσα παράγαμε», ότι «φταίει το νεοφιλελεύθερο μοντέλο της Μέρκελ και ο
Σαμαράς, ο καλός της μαθητής» κ.ο.κ.), όσο και για το «πώς θα δούμε φως
στην άκρη του τούνελ» (με αντίστοιχες προτάσεις περί «επιμονής στις
μεταρρυθμίσεις και στο νοικοκύρεμα του κράτους», για «νέο παραγωγικό
μοντέλο», «τερματισμό της λιτότητας» κ.ο.κ.).
Στην πραγματικότητα, όλη αυτή η αποπροσανατολιστική συζήτηση αποτελεί καμουφλάζ, από τη μια, της υπαρκτής διαπάλης για το ποιο μείγμα διαχείρισης μπορεί να εξυπηρετήσει καλύτερα την καπιταλιστική ανάπτυξη και, από την άλλη, του αντιλαϊκού και ταξικού περιεχομένου αυτού του στόχου. Είναι μια συζήτηση που επιχειρεί να συσκοτίσει το γεγονός ότι η κρίση βρίσκεται στο DNA του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος: Η πραγματική αιτία της καπιταλιστικής κρίσης βρίσκεται στο γεγονός ότι τον τεράστιο πλούτο που παράγει η εργασία εκατομμυρίων ανθρώπων τον καρπώνεται μια χούφτα κεφαλαιοκρατών, μετόχων μονοπωλιακών ομίλων. Βρίσκεται στην αναρχία και την ανισόμετρη ανάπτυξη μιας παραγωγής που δεν έχει ως σκοπό τις κοινωνικές ανάγκες αλλά την κερδοφορία του κεφαλαίου.
Γι' αυτό το λόγο, άλλωστε, καμία αλλαγή στο μείγμα διαχείρισης δεν μπορεί να ματαιώσει την εκδήλωση της κρίσης, ούτε να οδηγήσει σε ανάπτυξη προς όφελος του λαού, αφού κανένα «μείγμα» δεν λύνει αυτές τις αντιφάσεις, κανένα «μοντέλο» δεν ανατρέπει το στόχο της καπιταλιστικής παραγωγής.
Το πώς ξέσπασε η συγχρονισμένη καπιταλιστική κρίση του 2009, αλλά και τα σημερινά γενικευμένα διαχειριστικά ζόρια, οι δυσκολίες στην ανάκαμψη επιβεβαιώνουν ότι η πορεία της καπιταλιστικής οικονομίας δεν εξαρτάται από το ποιος είναι στην κυβέρνηση ή από το ποιο «μοντέλο» διαχείρισης ακολουθείται.
Η συγχρονισμένη κρίση του 2009 εκδηλώθηκε στις ΗΠΑ, στην Ιαπωνία, στην ΕΕ, σε ισχυρά καπιταλιστικά κράτη με σημαντικές διαφορές στο ύψος του κρατικού χρέους, στη δημοσιονομική πολιτική, στο επίπεδο εκσυγχρονισμού και ισχύος του αστικού κράτους και φυσικά ανεξάρτητα από το αν στο τιμόνι της αστικής διακυβέρνησης βρίσκονταν «νεοφιλελεύθεροι» ή σοσιαλδημοκράτες.
Στην Ελλάδα οι συνέπειες της καπιταλιστικής κρίσης ήταν αναλογικά εντονότερες όχι λόγω του «μοντέλου» που ακολούθησε η α' ή η β' κυβέρνηση, αλλά λόγω της θέσης του ελληνικού καπιταλισμού στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα, λόγω των περιορισμών που θέτουν στους ελιγμούς της εγχώριας αστικής τάξης οι ανισότιμες αλληλεξαρτήσεις στο πλαίσιο του διεθνούς καπιταλιστικού ανταγωνισμού. Και εδώ είναι χαρακτηριστική η σύγκλιση των διαφόρων «μοντέλων» των δυνάμεων της αστικής διαχείρισης στις τρέχουσες ανάγκες των κυρίαρχων τμημάτων του εγχώριου κεφαλαίου, όπως αποτυπώθηκε στην πορεία της ΝΔ από τα όσα εξήγγειλε στα «Ζάππεια» έως το «μείγμα» που εφάρμοσε ως κυβέρνηση, αλλά και στην ταχύτατη προσαρμογή του ΣΥΡΙΖΑ από τις φραστικές διακηρύξεις περί «κατάργησης των μνημονίων» στην «πραγματική διαπραγμάτευση», για την «επίτευξη μιας αμοιβαία επωφελούς συμφωνίας με τους δανειστές»...
Οσο τα κλειδιά της οικονομίας βρίσκονται στα χέρια των εγχώριων και ξένων μονοπωλίων, ο λαός θα συνεχίσει να ματώνει ανεξάρτητα από το ποιο κόμμα θα βρίσκεται στο τιμόνι της αστικής διακυβέρνησης και από το ποιο «μοντέλο» διαχείρισης θα ακολουθεί.
Για το λαό υπάρχει μόνο μία διέξοδος από την κρίση: Η κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής που τη γεννούν, η μονομερής και ολοσχερής διαγραφή του χρέους, η αποδέσμευση από ΕΕ και ΝΑΤΟ, η κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, ο κεντρικός σχεδιασμός της εργατικής - λαϊκής εξουσίας για παραγωγή με βάση τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες και τις τεράστιες δυνατότητες που προσφέρουν η τεχνολογία, η επιστήμη και οι αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας. Για τη λύση αυτή παλεύει το ΚΚΕ, η ενίσχυση του οποίου αποτελεί προϋπόθεση για το άνοιγμα δρόμου σε αυτήν την ελπιδοφόρα προοπτική.
Στην πραγματικότητα, όλη αυτή η αποπροσανατολιστική συζήτηση αποτελεί καμουφλάζ, από τη μια, της υπαρκτής διαπάλης για το ποιο μείγμα διαχείρισης μπορεί να εξυπηρετήσει καλύτερα την καπιταλιστική ανάπτυξη και, από την άλλη, του αντιλαϊκού και ταξικού περιεχομένου αυτού του στόχου. Είναι μια συζήτηση που επιχειρεί να συσκοτίσει το γεγονός ότι η κρίση βρίσκεται στο DNA του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος: Η πραγματική αιτία της καπιταλιστικής κρίσης βρίσκεται στο γεγονός ότι τον τεράστιο πλούτο που παράγει η εργασία εκατομμυρίων ανθρώπων τον καρπώνεται μια χούφτα κεφαλαιοκρατών, μετόχων μονοπωλιακών ομίλων. Βρίσκεται στην αναρχία και την ανισόμετρη ανάπτυξη μιας παραγωγής που δεν έχει ως σκοπό τις κοινωνικές ανάγκες αλλά την κερδοφορία του κεφαλαίου.
Γι' αυτό το λόγο, άλλωστε, καμία αλλαγή στο μείγμα διαχείρισης δεν μπορεί να ματαιώσει την εκδήλωση της κρίσης, ούτε να οδηγήσει σε ανάπτυξη προς όφελος του λαού, αφού κανένα «μείγμα» δεν λύνει αυτές τις αντιφάσεις, κανένα «μοντέλο» δεν ανατρέπει το στόχο της καπιταλιστικής παραγωγής.
***
Τα «μείγματα» και τα «μοντέλα» διαχείρισης δεν
καθορίζονται από τα «καπρίτσια» ή την ιστορική ιδεολογική καταγωγή των
κομμάτων που κυβερνούν αλλά από τις ίδιες τις ανάγκες της καπιταλιστικής
οικονομίας στην εκάστοτε φάση της: Ετσι είδαμε στο παρελθόν
σοσιαλδημοκράτες να εφαρμόζουν πολιτική ιδιωτικοποιήσεων, «απελευθέρωσης
αγορών», «νοικοκυρέματος» του αστικού κράτους και κεντροδεξιούς -
φιλελεύθερους να κάνουν κρατικοποιήσεις και να αυξάνουν τις κρατικές
δαπάνες, επειδή αυτό ήταν αναγκαίο για τον καπιταλισμό και στη μία και
στην άλλη περίπτωση.Το πώς ξέσπασε η συγχρονισμένη καπιταλιστική κρίση του 2009, αλλά και τα σημερινά γενικευμένα διαχειριστικά ζόρια, οι δυσκολίες στην ανάκαμψη επιβεβαιώνουν ότι η πορεία της καπιταλιστικής οικονομίας δεν εξαρτάται από το ποιος είναι στην κυβέρνηση ή από το ποιο «μοντέλο» διαχείρισης ακολουθείται.
Η συγχρονισμένη κρίση του 2009 εκδηλώθηκε στις ΗΠΑ, στην Ιαπωνία, στην ΕΕ, σε ισχυρά καπιταλιστικά κράτη με σημαντικές διαφορές στο ύψος του κρατικού χρέους, στη δημοσιονομική πολιτική, στο επίπεδο εκσυγχρονισμού και ισχύος του αστικού κράτους και φυσικά ανεξάρτητα από το αν στο τιμόνι της αστικής διακυβέρνησης βρίσκονταν «νεοφιλελεύθεροι» ή σοσιαλδημοκράτες.
Στην Ελλάδα οι συνέπειες της καπιταλιστικής κρίσης ήταν αναλογικά εντονότερες όχι λόγω του «μοντέλου» που ακολούθησε η α' ή η β' κυβέρνηση, αλλά λόγω της θέσης του ελληνικού καπιταλισμού στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα, λόγω των περιορισμών που θέτουν στους ελιγμούς της εγχώριας αστικής τάξης οι ανισότιμες αλληλεξαρτήσεις στο πλαίσιο του διεθνούς καπιταλιστικού ανταγωνισμού. Και εδώ είναι χαρακτηριστική η σύγκλιση των διαφόρων «μοντέλων» των δυνάμεων της αστικής διαχείρισης στις τρέχουσες ανάγκες των κυρίαρχων τμημάτων του εγχώριου κεφαλαίου, όπως αποτυπώθηκε στην πορεία της ΝΔ από τα όσα εξήγγειλε στα «Ζάππεια» έως το «μείγμα» που εφάρμοσε ως κυβέρνηση, αλλά και στην ταχύτατη προσαρμογή του ΣΥΡΙΖΑ από τις φραστικές διακηρύξεις περί «κατάργησης των μνημονίων» στην «πραγματική διαπραγμάτευση», για την «επίτευξη μιας αμοιβαία επωφελούς συμφωνίας με τους δανειστές»...
***
Ετσι και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι
ισχυρότερες καπιταλιστικές οικονομίες να περάσουν σε φάση «βιώσιμων»
ρυθμών ανάκαμψης, τα όσα βιώνουν οι εργαζόμενοι στις χώρες αυτές, είναι
ανεξάρτητα από το «μοντέλο» διαχείρισης που ακολουθήθηκε τα προηγούμενα
χρόνια. Το πιστοποιούν η στασιμότητα και η ανησυχία για πιθανότητα
εκδήλωσης νέας κρίσης συνολικά στην Ευρωζώνη, με καταγραφόμενη
επιβράδυνση μάλιστα της ανάκαμψης ακόμα και στην ίδια την «ατμομηχανή»
της, τη Γερμανία, η οποία την ίδια ώρα συνοδεύεται από διατήρηση των
αντιλαϊκών μέτρων της προηγούμενης φάσης και απανωτά πακέτα νέων, σε όλη
την ΕΕ, είτε στη Γερμανία της Μέρκελ, είτε στη Γαλλία και την Ιταλία
του Ολάντ και του Ρέντσι. Το πιστοποιούν και τα αποτελέσματα της
επεκτατικής διαχείρισης, με ανοχή στην αύξηση του κρατικού χρέους, που
ακολουθήθηκε σε ΗΠΑ και Ιαπωνία. Τα περιβόητα «Αμπενόμικς» δεν απέτρεψαν
την ύφεση στην Ιαπωνία, ενώ και στις ΗΠΑ η απόλυτη εξαθλίωση των
αστέγων, των ανέργων και των εργαζομένων με μισθούς πείνας δεν
εξαφανίστηκε με την πολιτική Ομπάμα.Οσο τα κλειδιά της οικονομίας βρίσκονται στα χέρια των εγχώριων και ξένων μονοπωλίων, ο λαός θα συνεχίσει να ματώνει ανεξάρτητα από το ποιο κόμμα θα βρίσκεται στο τιμόνι της αστικής διακυβέρνησης και από το ποιο «μοντέλο» διαχείρισης θα ακολουθεί.
Για το λαό υπάρχει μόνο μία διέξοδος από την κρίση: Η κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής που τη γεννούν, η μονομερής και ολοσχερής διαγραφή του χρέους, η αποδέσμευση από ΕΕ και ΝΑΤΟ, η κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, ο κεντρικός σχεδιασμός της εργατικής - λαϊκής εξουσίας για παραγωγή με βάση τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες και τις τεράστιες δυνατότητες που προσφέρουν η τεχνολογία, η επιστήμη και οι αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας. Για τη λύση αυτή παλεύει το ΚΚΕ, η ενίσχυση του οποίου αποτελεί προϋπόθεση για το άνοιγμα δρόμου σε αυτήν την ελπιδοφόρα προοπτική.