Με όχημα τον λεγόμενο «κοινωνικό διάλογο», η κυβέρνηση μεθοδικά και σταθερά υποχωρεί ακόμη και από τα ελάχιστα που εξήγγειλε προεκλογικά για τους εργαζόμενους, όπως η επαναφορά του κατώτερου μισθού με νόμο στα 751 ευρώ, και η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων στο καθεστώς που υπήρχε πριν τις αντεργατικές παρεμβάσεις των τελευταίων χρόνων. Παράλληλα δίνει απλόχερα το βήμα στους εργοδοτικούς φορείς να προβάλλουν τις απαράδεκτες αξιώσεις τους, πίσω από τις οποίες οχυρώνεται και η ίδια.
Αυτό έγινε φανερό στην «τριμερή συνάντηση» που συγκάλεσε σήμερα το υπουργείο Εργασίας με τις εργοδοτικές οργανώσεις και την ΓΣΕΕ. Πηγές του υπουργείου Εργασίας άφηναν να εννοηθεί ότι στη «σταδιακή» επαναφορά του μισθού στα 751 ευρώ δεν θα περιέχονται οι ωριμάνσεις (τριετίες, πενταετίες, επιδόματα πολυετίας), και πως το ζήτημα αυτό θα είναι αντικείμενο των διαπραγματεύσεων μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων.
Το ξεκαθάρισε άλλωστε και ο υπουργός Εργασίας, Π. Σκουρλέτης, δηλώνοντας ότι «το σχετικό Σχέδιο Νόμου αναμένεται να διαμορφωθεί στην τελική μορφή του τις επόμενες ημέρες. Στο πλαίσιο της διαδικασίας διαβούλευσης, το Σχέδιο Νόμου θα αποσταλεί στην ΟΚΕ (σ.σ. τη Δευτέρα) για γνωμοδότηση, και στη συνέχεια προς ψήφιση στη Βουλή».
Άρα, αν και όταν πάει το νομοσχέδιο στη Βουλή θα έχει την πλήρη στήριξη των εργοδοτών, χωρίς να τίθεται και η παράμετρος της διαπραγμάτευσης που γίνεται με τους λεγόμενους «θεσμούς».
Χαρακτηριστική ήταν η δήλωση του Κ. Μπίτσιου, εκτελεστικού αντιπροέδρου του ΣΕΒ, σημειώνοντας ότι: «Η θεσμοθέτηση υψηλότερων αμοιβών και άλλων αμφιλεγόμενων διοικητικών μέτρων, μπορεί να διογκώσει περαιτέρω την αδήλωτη εργασία και εισφοροδιαφυγή. Αυτό είναι εις βάρος τόσο των δημόσιων οικονομικών και της υγείας των ταμείων, όσο και της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και της οικονομίας».
Ο εκπρόσωπος των μεγαλοξενοδόχων, Γ. Ρέτσος, έθεσε και πάλι ζήτημα για παραπέρα μείωση των εργοδοτικών εισφορών, τις οποίες θεωρεί υψηλές, και έκανε γνωστό ότι στην ΟΚΕ, ο ΣΕΤΕ θα πάει με τις δικές του προτάσεις - αξιώσεις.
Ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ, Γ. Καββαθάς, δήλωσε ανοιχτά πως «η όποια παρέμβαση της πολιτείας, μόνο αρνητικά αποτελέσματα μπορεί να έχει. Υπάρχουν θέματα που συζητήσαμε σήμερα όπως είναι οι ωριμάνσεις, που θα φέρουν μια μεγάλη αύξηση στο μισθολογικό κόστος, είναι μεγάλη κουβέντα, και γι' αυτό θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα συλλογικής διαπραγμάτευσης των εταίρων. Το θέμα του ΟΜΕΔ είναι ένα μεγάλο ζήτημα...».
Στο ίδιο πνεύμα ήταν και η τοποθέτηση της ΕΣΕΕ, της οποίας ο πρόεδρος, Β. Κορκίδης, παρουσίασε τις θέσεις των μεγαλεμπόρων που αντιμάχονται και την νομοθετική επαναφορά των ωριμάνσεων, δίνοντας πάσα στην κυβέρνηση, αλλά και βάζοντας σοβαρές ενστάσεις για την επαναφορά της λειτουργίας του ΟΜΕΔ σύμφωνα με το προηγούμενο καθεστώς.
Από την πλευρά της η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, αφού κατά το σύνηθες έδωσε άλλοθι σε κυβέρνηση και εργοδότες με τη συμμετοχή της στον προσχηματικό διάλογο, ο πρόεδρός της, Γ. Παναγόπουλος, σε δηλώσεις του υποστήριξε ότι «...κυρίως στο σημείο που αφορά στην επαναφορά των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων, είναι απολύτως συμβατό μ' αυτά που διεκδικούσαν και διεκδικούν οι συνδικαλιστικές οργανώσεις», για να προσθέσει πως «πεδίο για να κρίνουμε τα πάντα, είναι η εφαρμογή, είναι η νομοθέτηση και η υλοποίηση, γιατί ακόμη βρισκόμαστε στο επίπεδο των προθέσεων και των εξαγγελιών».