Εδώ
και μερικές μέρες, τα αστικά ΜΜΕ επικεντρώνουν την προπαγάνδα τους στις
διαπραγματεύσεις κυβέρνησης - τρόικας για την κάλυψη των
προαπαιτούμενων, ώστε να γίνει θετική αξιολόγηση, δίνοντας έναν λίγο
δραματικό τόνο, για το «στενότατο χρονικό όριο» που έθεσε η τρόικα. Μέσα
στα προαπαιτούμενα είναι και οι αντιδραστικές αλλαγές στο
συνδικαλιστικό νόμο. Συζήτηση που έχουν ανοίξει κυβέρνηση και τρόικα,
επειδή τάχα ο σημερινός νόμος απαιτεί εκσυγχρονισμό. Επικεντρώνουν στη
νομοθέτηση πρόσθετων εμποδίων στην προκήρυξη απεργιών, στη δράση των
συνδικαλιστικών στελεχών και στο δικαίωμα της εργοδοσίας για «λοκ άουτ»,
δηλαδή στο δικαίωμα των επιχειρηματικών ομίλων να κλείνουν τις
επιχειρήσεις τους, μπροστά στις αγωνιστικές διεκδικήσεις των
εργαζομένων. Θέλουν να νομοθετήσουν τέτοια μέτρα, τα οποία, υπό το
μανδύα τάχα της «δημοκρατίας», θα αφαιρούν ουσιαστικά από το εργατικό -
συνδικαλιστικό κίνημα με ταξικό προσανατολισμό κάθε δράση, κάθε
δυνατότητα οργάνωσης της πάλης. Επιδίωξη και στόχος ο αφοπλισμός της
εργατικής τάξης στην πάλη της ενάντια στον κύριο εχθρό της, τους
ιδιοκτήτες των επιχειρηματικών ομίλων.
Εύλογα θα αναρωτηθεί καθένας: Γιατί κυβέρνηση και
τρόικα επιμένουν στις αντιδραστικές αλλαγές στο συνδικαλιστικό νόμο; Η
ψήφιση πρόσθετων απαγορεύσεων στη συνδικαλιστική δράση αποτελούσε και
αποτελεί σταθερό στόχο του ΣΕΒ και συνολικά του μεγάλου κεφαλαίου.
Κυβέρνηση και τρόικα έχουν επεξεργαστεί τα τελευταία χρόνια, και
εφαρμόζονται, αντεργατικές αναδιαρθρώσεις, οι οποίες έχουν κάνει
πάμφθηνη την τιμή της εργατικής δύναμης, ώστε να αυξάνεται το ποσοστό
κέρδους των καπιταλιστών. Εχουν εφαρμόσει άλλες αναδιαρθρώσεις που
επεκτείνουν στο έπακρο την ευελιξία στην εργασία, απελευθερώνουν την
αγορά, έχουν ανοίξει δρόμο στη δράση του κεφαλαίου σε τομείς όπως η
Υγεία, προωθούν τις ιδιωτικοποιήσεις, ως κίνητρα για καπιταλιστικές
επενδύσεις. Στο κεφάλαιο δεν αρκούν αυτά, για να κάνει επενδύσεις. Θέλει
εργατική τάξη ολοκληρωτικά χειραγωγημένη, υποταγμένη, πειθαναγκασμένη
στη θέληση των καπιταλιστών. Θέλει από την εργατική τάξη «άκρα του τάφου
σιωπή» και ας της δημιουργούν συνθήκες κόλασης στη δουλειά και στη ζωή
της. Θέλει συναίνεση στην αντιλαϊκή πολιτική, στράτευση των εργαζομένων
στους αντιλαϊκούς στόχους. Για να τα πετύχει όλα αυτά αποτελεσματικά,
δεν φτάνουν η εργοδοτική τρομοκρατία και η καταστολή, αξιοποιώντας
εκφυλιστικά φαινόμενα του συνδικαλισμού που τη στηρίζει, κυβερνητικού
και εργοδοτικού, προωθεί μια πιο «δημοκρατική μέθοδο» φίμωσης, κάνοντας
επίκληση στη διαφάνεια, στη μαζική συμμετοχή των εργαζομένων κ.λπ.
Το δικαίωμα στην οργάνωση της ταξικής πάλης, στη
διεκδίκηση ικανοποίησης των αναγκών της εργατικής οικογένειας, με κάθε
μορφή που αποφασίζουν τα όργανα των συνδικάτων μαζί και η απεργία,
αποτελεί την ασπίδα των εργαζομένων ενάντια στην αντεργατική πολιτική
διαρκείας, κυβέρνησης - κεφαλαίου - ΕΕ για την κατάργηση εργασιακών
δικαιωμάτων. Η εργατική τάξη έχει κάθε δικαίωμα να υπερασπίσει και να
διευρύνει αυτό το δικαίωμα. Και επειδή το εργατικό κίνημα έχει και
ιστορία, και πείρα μπορεί, και πρέπει, να ορθώσει το ανάστημα σ' αυτήν
τη νέα επίθεση αφοπλισμού του, δείχνοντας στιβαρά στους αστούς πως: «Σε
τούτα δω τα μάρμαρα κακιά σκουριά δεν πιάνει». Άλλωστε, το ταξικό
εργατικό κίνημα ποτέ δεν παραιτήθηκε από την υπεράσπιση των κατακτήσεών
του, ακόμα και όταν ήρθε αντιμέτωπο με φυλακές, εξορίες, εκτελέσεις.
Αντιμετώπισε τον κυβερνητικό - εργοδοτικό συνδικαλισμό σε όλες του τις
αποχρώσεις. Και τώρα το ίδιο θα κάνει. «Κάτω τα χέρια από την απεργία
και τη συνδικαλιστική δράση». Είναι ένας ακόμη σημαντικός λόγος, για να
νεκρώσουν οι τόποι δουλειάς, να βουλιάξουν δρόμοι και πλατείες στην
απεργία στις 27 του Νοέμβρη.
Αναδημοσιεύεται από τη στήλη «Η Άποψή μας» του Ριζοσπάστη 21 Νοέμβρη 2014.