Πολλή κουβέντα γίνεται τις τελευταίες μέρες για την τρομοκρατία και τον
φόβο με τα οποία φορτώνουν το λαό οι «αγορές» και οι τεχνοκράτες της ΕΕ,
μαζί με τους εκπροσώπους της κυβέρνησης. Ο ΣΥΡΙΖΑ διαμαρτύρεται ότι η
τρομοκρατία αυτή έχει στόχο να επηρεάσει σε βάρος του την ψήφο του λαού
σε ενδεχόμενες εκλογές, στη βάση του διλήμματος «σταθερότητα ή αστάθεια»
που βάζει η κυβέρνηση. Το ζήτημα, όμως, είναι πολύ βαθύτερο. Η
προπαγάνδα του τρόμου έχει στόχο να κλείσει το λαό στο καβούκι του, να
τον μετατρέψει σε μοιρολάτρη και παθητικό θεατή των εξελίξεων, που θα
θεωρεί μάταιη κάθε αναμέτρηση για τα δικαιώματα και τις σύγχρονες
ανάγκες του, θα βολεύεται στο «λιγότερο κακό», θεωρώντας μονόδρομο τη
«συμβίωση» με αυτούς που τον φοβερίζουν. Στη διαμόρφωση, όμως, μιας
τέτοιας αντίληψης, που κάνει τη συνείδηση πιο ευάλωτη στην τρομοκράτηση
και την καλλιέργεια του φόβου, έχει συμβολή και ο ΣΥΡΙΖΑ. Ενα το
κρατούμενο είναι ότι συνέβαλε στο να αποψιλωθούν ακόμα και τα ψήγματα
του ριζοσπαστισμού που υπήρχαν στο κίνημα τα πρώτα χρόνια της κρίσης.
Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Η ρητορική της συναίνεσης, η προβολή της
καπιταλιστικής ΕΕ ως μονόδρομου για το λαό, τα σουλάτσα στελεχών του στα
«φόρα» αυτών που σήμερα τρομοκρατούν το λαό, οι διαβεβαιώσεις στο
κεφάλαιο ότι «το κράτος έχει συνέχεια» και άλλα παρόμοια, αμβλύνουν τις
αντιστάσεις στο φόβο, που με κάθε αφορμή καλλιεργούν τα μονοπώλια και οι
πολιτικοί τους εκπρόσωποι.