Μια σειρά ερωτήματα που έθεσαν τα ταξικά
συνδικάτα, από την πρώτη ώρα της ναυτικής τραγωδίας με το «Norman
Atlantic», παραμένουν αναπάντητα από την κυβέρνηση, την εταιρεία που
είχε ναυλώσει το πλοίο, καθώς και την πλοιοκτήτρια εταιρεία.
Από τα μισόλογα, τις αλληλοκατηγορίες για το μπάχαλο στις λίστες των επιβατών, τις μαρτυρίες των διασωθέντων και τα στοιχεία που αποκάλυψαν τα ναυτεργατικά σωματεία, προκύπτουν πλευρές που αφορούν συνολικά τις θαλάσσιες συγκοινωνίες, την προστασία και ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής στα καράβια, ναυτεργατών και επιβατών, και πρέπει να προβληματίσουν τους εργαζόμενους και το λαό.
Ενα πρώτο αδιαμφισβήτητο στοιχείο είναι ότι το πλήρωμα ήταν ανεπαρκές, για να αντιμετωπίσει ένα συμβάν τέτοιας έκτασης. Το ελλιπές, όμως, πλήρωμα είναι αποτέλεσμα της μείωσης των οργανικών συνθέσεων στα πλοία, του ελάχιστου δηλαδή προβλεπόμενου προσωπικού, προκειμένου οι εφοπλιστές να περιορίσουν το λεγόμενο «εργατικό κόστος» στα καράβια και να αυξάνουν τα κέρδη τους.
Τη στρατηγική αυτή επιλογή, με βάση και κατευθύνσεις της ΕΕ, υπηρετούν με συνέπεια όλοι οι αντιναυτεργατικοί νόμοι που ψηφίστηκαν και στην Ελλάδα τα τελευταία κυρίως χρόνια, με το σημερινό υπουργό Ναυτιλίας να χαρακτηρίζει «αναχρονισμό» το προηγούμενο καθεστώς για τις οργανικές συνθέσεις στα πλοία.
Οταν, όμως, οι ναυτεργάτες, με πρωτοπόρες τις ταξικές δυνάμεις, αντέδρασαν σ' αυτές τις αλλαγές, ο αγώνας τους λοιδορήθηκε και συκοφαντήθηκε από αυτούς που σήμερα χύνουν κροκοδείλια δάκρυα για τους νεκρούς και τους αγνοούμενους.
Τα ταξικά ναυτεργατικά σωματεία αποκάλυψαν, επίσης, ότι το συγκεκριμένο πλοίο είχε ελεγχθεί λίγες μέρες πριν το ναυτικό «ατύχημα» και είχαν διαπιστωθεί ελλείψεις σε σημεία που σχετίζονται άμεσα με την τραγωδία που ακολούθησε. Η απάντηση της κυβέρνησης είναι ότι η πλοιοκτήτρια εταιρεία είχε διορία να καλύψει τις ελλείψεις και γι' αυτό ήταν «νόμιμη».
Αποδείχτηκε, όμως, ότι οι επιβάτες και το πλήρωμα του «Norman Atlantic» δεν είχαν καμιά διορία. Τι δείχνει αυτό; Οτι όλη η νομοθεσία και ο μηχανισμός των ελέγχων, είτε αφορά τις Λιμενικές Αρχές, είτε τους ιδιωτικούς πλέον νηογνώμονες, είναι προσαρμοσμένα στα εφοπλιστικά συμφέροντα, τα προστατεύουν σαν κόρη οφθαλμού και γι' αυτό είναι επικίνδυνα για τη ζωή και την ασφάλεια στη θάλασσα. Το επιβεβαιώνει περίτρανα το ναυτικό «ατύχημα» με το «ΣΑΜΙΝΑ», που βούλιαξε με όλα τα «πιστοποιητικά ασφαλείας» στα συρτάρια του.
Τεράστια ερωτηματικά υπάρχουν ακόμα για τις συνθήκες που ξέσπασε η πυρκαγιά, το χρόνο και τον τρόπο αντίδρασης της εταιρείας και των αρμόδιων αρχών, την όλη διαδικασία και τα μέσα της διάσωσης.
Αυτό που μένει, όμως, σαν γενική αίσθηση, είναι η προσπάθεια να απλωθεί ένα «πέπλο προστασίας» γύρω από τη ναυτιλιακή εταιρεία, να αθωωθεί συνολικά το εφοπλιστικό κεφάλαιο, να φορτωθούν οι ευθύνες στους «λάθος χειρισμούς» του πληρώματος. Το έργο είναι χιλιοπαιγμένο μετά από κάθε ανάλογο περιστατικό, πολύ περισσότερο όταν υπάρχουν χαμένες ανθρώπινες ζωές.
Απ' όπου κι αν πιάσει κανείς το νήμα, καταλήγει στο ίδιο σημείο: Οσο τα καράβια και οι θαλάσσιες συγκοινωνίες είναι στα χέρια ιδιωτών, όσο κίνητρο για να γυρνάει η προπέλα είναι το καπιταλιστικό κέρδος, η ανθρώπινη ζωή, η ασφάλεια επιβατών και ναυτεργατών θα βγαίνουν στη διατίμηση, μαζί με το δικαίωμα στη γρήγορη, σύγχρονη και φτηνή ακτοπλοΐα.
Με τραγικό τρόπο αναδεικνύεται, λοιπόν, το ασυμβίβαστο των εργατικών - λαϊκών αναγκών (στην προκειμένη περίπτωση της ασφαλούς εργασίας και μεταφοράς), με τους στόχους κερδοφορίας του κεφαλαίου. Την ίδια στιγμή, που, τόσο η συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ, προσπαθούν να μας πείσουν ότι η κατοχύρωση της ανάκαμψης των κερδών είναι προϋπόθεση για τη λαϊκή ευημερία. Την ίδια στιγμή, που προσπαθούν να μας πείσουν ότι η σωτηρία του λαού δεν προϋποθέτει το ξήλωμα όλου του αντεργατικού, αντιλαϊκού πλαισίου που δίνει και στους εφοπλιστές το δικαίωμα να ασυδοτούν.
Από τα μισόλογα, τις αλληλοκατηγορίες για το μπάχαλο στις λίστες των επιβατών, τις μαρτυρίες των διασωθέντων και τα στοιχεία που αποκάλυψαν τα ναυτεργατικά σωματεία, προκύπτουν πλευρές που αφορούν συνολικά τις θαλάσσιες συγκοινωνίες, την προστασία και ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής στα καράβια, ναυτεργατών και επιβατών, και πρέπει να προβληματίσουν τους εργαζόμενους και το λαό.
Ενα πρώτο αδιαμφισβήτητο στοιχείο είναι ότι το πλήρωμα ήταν ανεπαρκές, για να αντιμετωπίσει ένα συμβάν τέτοιας έκτασης. Το ελλιπές, όμως, πλήρωμα είναι αποτέλεσμα της μείωσης των οργανικών συνθέσεων στα πλοία, του ελάχιστου δηλαδή προβλεπόμενου προσωπικού, προκειμένου οι εφοπλιστές να περιορίσουν το λεγόμενο «εργατικό κόστος» στα καράβια και να αυξάνουν τα κέρδη τους.
Τη στρατηγική αυτή επιλογή, με βάση και κατευθύνσεις της ΕΕ, υπηρετούν με συνέπεια όλοι οι αντιναυτεργατικοί νόμοι που ψηφίστηκαν και στην Ελλάδα τα τελευταία κυρίως χρόνια, με το σημερινό υπουργό Ναυτιλίας να χαρακτηρίζει «αναχρονισμό» το προηγούμενο καθεστώς για τις οργανικές συνθέσεις στα πλοία.
Οταν, όμως, οι ναυτεργάτες, με πρωτοπόρες τις ταξικές δυνάμεις, αντέδρασαν σ' αυτές τις αλλαγές, ο αγώνας τους λοιδορήθηκε και συκοφαντήθηκε από αυτούς που σήμερα χύνουν κροκοδείλια δάκρυα για τους νεκρούς και τους αγνοούμενους.
Τα ταξικά ναυτεργατικά σωματεία αποκάλυψαν, επίσης, ότι το συγκεκριμένο πλοίο είχε ελεγχθεί λίγες μέρες πριν το ναυτικό «ατύχημα» και είχαν διαπιστωθεί ελλείψεις σε σημεία που σχετίζονται άμεσα με την τραγωδία που ακολούθησε. Η απάντηση της κυβέρνησης είναι ότι η πλοιοκτήτρια εταιρεία είχε διορία να καλύψει τις ελλείψεις και γι' αυτό ήταν «νόμιμη».
Αποδείχτηκε, όμως, ότι οι επιβάτες και το πλήρωμα του «Norman Atlantic» δεν είχαν καμιά διορία. Τι δείχνει αυτό; Οτι όλη η νομοθεσία και ο μηχανισμός των ελέγχων, είτε αφορά τις Λιμενικές Αρχές, είτε τους ιδιωτικούς πλέον νηογνώμονες, είναι προσαρμοσμένα στα εφοπλιστικά συμφέροντα, τα προστατεύουν σαν κόρη οφθαλμού και γι' αυτό είναι επικίνδυνα για τη ζωή και την ασφάλεια στη θάλασσα. Το επιβεβαιώνει περίτρανα το ναυτικό «ατύχημα» με το «ΣΑΜΙΝΑ», που βούλιαξε με όλα τα «πιστοποιητικά ασφαλείας» στα συρτάρια του.
Τεράστια ερωτηματικά υπάρχουν ακόμα για τις συνθήκες που ξέσπασε η πυρκαγιά, το χρόνο και τον τρόπο αντίδρασης της εταιρείας και των αρμόδιων αρχών, την όλη διαδικασία και τα μέσα της διάσωσης.
Αυτό που μένει, όμως, σαν γενική αίσθηση, είναι η προσπάθεια να απλωθεί ένα «πέπλο προστασίας» γύρω από τη ναυτιλιακή εταιρεία, να αθωωθεί συνολικά το εφοπλιστικό κεφάλαιο, να φορτωθούν οι ευθύνες στους «λάθος χειρισμούς» του πληρώματος. Το έργο είναι χιλιοπαιγμένο μετά από κάθε ανάλογο περιστατικό, πολύ περισσότερο όταν υπάρχουν χαμένες ανθρώπινες ζωές.
Απ' όπου κι αν πιάσει κανείς το νήμα, καταλήγει στο ίδιο σημείο: Οσο τα καράβια και οι θαλάσσιες συγκοινωνίες είναι στα χέρια ιδιωτών, όσο κίνητρο για να γυρνάει η προπέλα είναι το καπιταλιστικό κέρδος, η ανθρώπινη ζωή, η ασφάλεια επιβατών και ναυτεργατών θα βγαίνουν στη διατίμηση, μαζί με το δικαίωμα στη γρήγορη, σύγχρονη και φτηνή ακτοπλοΐα.
Με τραγικό τρόπο αναδεικνύεται, λοιπόν, το ασυμβίβαστο των εργατικών - λαϊκών αναγκών (στην προκειμένη περίπτωση της ασφαλούς εργασίας και μεταφοράς), με τους στόχους κερδοφορίας του κεφαλαίου. Την ίδια στιγμή, που, τόσο η συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ, προσπαθούν να μας πείσουν ότι η κατοχύρωση της ανάκαμψης των κερδών είναι προϋπόθεση για τη λαϊκή ευημερία. Την ίδια στιγμή, που προσπαθούν να μας πείσουν ότι η σωτηρία του λαού δεν προϋποθέτει το ξήλωμα όλου του αντεργατικού, αντιλαϊκού πλαισίου που δίνει και στους εφοπλιστές το δικαίωμα να ασυδοτούν.